Γεννήθηκε στις 23 Αυγούστου 1930 στη Μυτιλήνη από τη Μυρσίνη Μανωλακέλλη και τον Απόστολο Αποστόλου. Από τα μαθητικά της χρόνια εντάχθηκε στην Αριστερά και την Αντίσταση  κατά των Γερμανών, οργανωμένη στην ΕΠΟΝ. Ως βοηθός του πατέρα της Απόστολου Αποστόλου, γραμματέα του ΕΑΜ Λέσβου, και του θείου της Δημητρού, καπετάνιου του ΕΛΑΣ, ανελάμβανε τη μεταφορά σημειωμάτων στον υπεύθυνο του εαμικού  ασυρμάτου, που λειτουργούσε στο Ακρωτήρι Μυτιλήνης, να φυλάει τσίλιες και άλλα καθήκοντα. Στα χρόνια του εμφυλίου, διώχθηκε μαζί με συμμαθήτριές της, γιατί κατά τη διάρκεια σχολικής εκδρομής, έθαψαν και στόλισαν  τα εκτεθειμένα σώματα εκτελεσμένων ανταρτών στην Κράτηγο Μυτιλήνης. Για το γεγονός αυτό, ο Γιώργος Σκούφος γράφει στο βιβλίο του Σελίδες του Αγώνα: « Την Πρωτομαγιά του 1947 το  Γυμνάσιο Θηλέων, με συνοδό καθηγήτρια την κ. Καμπάνη (μετέπειτα σύζυγο Ιωάννη  Μουτζούρη), πήγε εκδρομή στην Κράτηγο, στο δάσος Σιφναίου. Δίπλα ακριβώς οι φρέσκοι τάφοι των εκτελεσμένων εφτά ανταρτών μετά τη μάχη του Αετού. Τα κορίτσια που σκόρπισαν στα χωράφια παίζοντας, έπεσαν πάνω τους. Οι ένοχοι φεύγοντας τρομαγμένοι, τους μισοσκέπασαν. Πήγαν και οι σκύλοι… Οι κοπέλες μας χωρίς φόβο και δισταγμό, μα με πολύ σεβασμό και αγάπη, τους ξανασκέπασαν  με χώμα, με λουλούδια, με δάκρυα… Έκαναν το καθήκον τους σαν Ελληνίδες. Για την… αντεθνική… τους αυτή πράξη τιμωρήθηκαν αυστηρά απ’ τον καθηγητικό σύλλογο. Για την ιστορία και ευγνωμοσύνη από μας τους συναδέλφους των νεκρών, αναφέρω τα ονόματα των άξιων αυτών Ελληνίδων : Την Αρίσβα Παπαχαραλάμπους από την Αγία Παρασκευή, κόρη του Μάκιστου, την Ευαγγελία Αποστόλου-Παναγιώτου, κόρη του Δάσκαλου, την Ευτυχία Κακαβιά-Διαμαντίδη, την Παρή Χωριανοπούλου-Πολυχρονιάδη, την Στρατούλα Πάτση-Σβώρου».

Όταν μετά από 60 χρόνια αντάμωσαν ξανά όλες μαζί οι συμμαθήτριες , τότε πια συγχώρεσαν την συμμαθήτριά τους, που τους είχε αναφέρει στον Σύλλογο Καθηγητών !

Το φθινόπωρο του 1947, ενώ όλες οι μαθήτριες του Γυμνασίου Θηλέων ανέβαιναν προς την Λαγκάδα για εκδρομή, στα Τρία Κυπαρίσσια βλέπει η Βαγγελιώ να κατεβαίνουν χωροφύλακες με έναν κρατούμενο ανάμεσά τους. Αναγνωρίζει ότι ήταν ο πατέρας της οπότε τρέχει και τον αγκαλιάζει. Εκείνος  μετά την αγκαλιά της λέει: «Εντάξει κόρη μου γύρνα στη γραμμή σου…». Στην ερώτηση του γιού της Ορέστη, πώς αισθάνθηκε εκείνη την ώρα, που όλο το σχολείο είχε σταματήσει και την έβλεπε, η Βαγγελιώ  απάντησε : «Στην αρχή ένιωσα αμηχανία και ντροπή, αλλά μετά όσο περπατούσα, τόσο το γεγονός με ατσάλωνε και έφτασα με το κεφάλι ψηλά»!

Εξόρισαν τον πατέρα της στο κάτεργο της  Γιούρας απ’ όπου, παρά τα βασανιστήρια που υφίσταται, της στέλνει στις 8-12-1947 το παρακάτω γράμμα: «  Αγαπητή Βαγγελίτσα. Σήμερα πήρα το γράμμα σου. Είναι το πρώτο γράμμα που έφτασε από τη Μυτιλήνη. Γι’ αυτό και χαρήκαμε όλοι πολύ. Μ’ ευχαρίστηση έμαθα πως άρχισες τα ιδιαίτερα μαθήματα, έτσι να προετοιμάζεσαι. Σου είπα τις σκέψεις μου για σένα κάποτε. Έχω τη γνώμη πως καλύτερα ταιριάζει με το χαρακτήρα σου να κάνεις φυσικοϊστορικές σπουδές. Να ασχοληθείς με τη Ζωολογία και τη Φυτολογία και κατόπιν να ειδικευθείς σε κάποιο κλάδο της Επιστήμης αυτής. Ξέρω πως υπήρχε τέτοιο τμήμα στο Πανεπιστήμιο. Γράψε στο Μίμη (εννοεί τον Σαραντάκο) να σε πληροφορήσει θετικά αν αυτό το τμήμα (φυσικοϊστορικό) υπάρχει ακόμα και τί χρειάζεται για να εισαχθεί κανείς. Μπορεί να θέλει και Μαθηματικά. Προσοχή στις εκθέσεις. Πρόσεξε την ορθογραφία. Στη μαμά σας έγραψα. Χαιρετίσματα σ’ όλους και στον κ. Προκοπίου. Με αγάπη. Σημειώνω δυο ορθογραφικά λάθη σου : Υπάρχει και όχι υπάρχυ Χαιρετίσματα και όχι χαιρετήσματα»…

Σπούδασε φυσιογνώστρια στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, ενώ στις φυλακές βρίσκονταν πέντε μέλη της ευρύτερης οικογένειάς της και ο πατέρας της περίμενε την εκτέλεσή του στις φυλακές της Αίγινας. Παντρεύτηκε με τον Νότη Παναγιώτου το 1958. Το 1961 προσελήφθη ως καθαρίστρια, λόγω κοινωνικών φρονημάτων, στο Ινστιτούτο Γεωλογικών Ερευνών, όπου και εργάστηκε  ως γεωλόγος έως το 1965, οπότε και προσελήφθη ως καθηγήτρια στη Μέση Εκπαίδευση. Με το Νότη απέκτησαν τρία παιδιά, την Αφροδίτη, τον Αποστόλη και τον Ορέστη τα οποία και ανέθρεψαν εφαρμόζοντας στην ανατροφή τους, τις κοινωνικές τους ιδέες.

Τον Απρίλη του 1967, οι Χουντικοί συνέλαβαν τον πατέρα της, τότε Δήμαρχο Μυτιλήνης, στο σπίτι της  (Αργύρη Εφταλιώτη 5) μπροστά στα εγγόνια του, που έχουν μνήμες από ένοπλους με κράνη να τον παίρνουν μακριά τους. Όταν τα μεσάνυχτα της Λαμπροτετάρτης του 1967 μεταφέρουν τους κρατούμενους από το Στρατόπεδο Διδασκαλείου στο αρματαγωγό, για να τους εξορίσουν στη Γυάρο, και πάλι βλέπει μέσα στην πομπή τον πατέρα της, τρέχει σπάει τον κλοιό και του δίνει σκεπάσματα για να πάρει μαζί του.  Μετά από ένα χρόνο στις 14-4-1968 στέλνει στον εξόριστο πατέρα της, το παρακάτω γράμμα: « Αγαπημένε μου μπαμπά είναι Κυριακή βράδυ. Τα παιδιά κοιμήθηκαν, αφού τα πήγαμε μια βόλτα κάτω και φάγαν ένα γλυκό. Όλη τη μέρα παιχνίδι και ξενοιασιά. Κι ο Ορέστης τους ακολουθεί κατά πόδι. Ζούμε σε μιαν αναμονή μπαμπά. Ακούμε με αγωνία τα νέα. Θα σ’ αφήσουν ή όχι. Εγώ είμαι σίγουρη! Δεν μπορεί να σε κρατήσουν πια άλλο!! Οι μέρες περνούν χωρίς να τις καταλάβω, να τις χαρώ. Δεν θα νιώσουμε καμιά χαρά, καμιά γιορτή, αν δεν σε δούμε κοντά μας. Δεν σου έστειλα ούτε κουλούρες ούτε τίποτα. Έχει γούστο να μη γίνη τίποτα… Να βγουν ψεύτικες οι ελπίδες μας πάλι. Τότε όμως δεν θα ναι Πάσχα για μας και δεν χρειάζονται οι κουλούρες και τα κόκκινα αυγά. Την Κυριακή περιμένουμε και τη Ζήνα. Σε φιλώ Βαγγελίτσα».

Υπέστη διώξεις η ίδια και ο σύζυγος της  Νότης  από τη χούντα των συνταγματαρχών, που τους έστειλε μαζί με τα παιδιά τους στην Κάρπαθο από το 1968 έως το 1971, από όπου απολύθηκαν. Επέστρεψαν στην Αθήνα παλεύοντας απολυμένοι να θρέψουν τα τρία παιδιά τους,  κουβαλώντας στις αποσκευές τους την αγάπη των κατοίκων του ακριτικού νησιού και αφού δικαιώθηκαν από το Συμβούλιο της Επικρατείας, επέστρεψαν στα σχολεία. Δίδαξε σε σχολεία της Μυτιλήνης, της Καρπάθου, της Αλεξανδρούπολης, της Νέας Σμύρνης, στην Ιωνίδειο Σχολή Πειραιά, στο Ναύπλιο και στον Πολιχνίτο. Παντού αγάπησε και αγαπήθηκε από τους μαθητές της. Συνταξιοδοτήθηκε το 1990 ως  Σχολικός Σύμβουλος των σχολείων της Νέας Σμύρνης. Στάθηκε πολύτιμος  συμπαραστάτης-σύμβουλος του πατέρα της Απόστολου, Δήμαρχου της Μυτιλήνης επί 20 χρόνια, και του συζύγου της Νότη, επίσης Δήμαρχου της πόλης την τετραετία 1991-1994. Υπεραγαπούσε τα παιδιά της και στήριξε με όλες τις δυνάμεις της τον πολύ ευαίσθητο γιο της Αποστόλη που έφυγε από την ζωή ένα χρόνο πριν από την ίδια. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος του ΣΟΨΥ (Σύλλογος Οικογενειών για την Ψυχική Υγεία). Όταν ερχόταν στη Μυτιλήνη, πάντα προσπαθούσε να ανασυσταθεί το Εργαστήριο Φυσικής-Χημείας, που είχε ιδρύσει ο πατέρας της στα κεντρικά Γυμνάσια.

Μέχρι το τέλος της ζωής της, στις 20 Ιουλίου 2022, η Βαγγελιώ  είχε απόλυτη πνευματική διαύγεια και έφυγε όρθια, όπως έζησε όλη τη ζωή της. Στην πολιτική της κηδεία, ακούστηκε ηχογραφημένη συγκλονιστική διήγηση της Βαγγελιώς για τη ζωή της, που μπορείτε να την ακούσετε στην ιστοσελίδα μας www. f i m p o d. g r, στην κατηγορία Αφιερώματα.

Μετά τις φωτογραφίες υπάρχει ηχητικό με δική της διήγηση για τη ζωή της.