ΕΚΔΗΛΩΣΗ : –ΑΙΟΛΙΣ ΑΝΑΤΟΛΗ ΧΑΙΡΕ—του Χορευτικού Ομίλου Μυτιλήνης <<Οι Αιολείς >>, στο Κάτω Κάστρο 26-6-2022.–Παρέμβαση Δημήτρη Μπουρνού με θέμα : << Θαλασσινοί Μικρασιάτες στη Μυτιλήνη>>, παράλληλα με προβολή 73 φωτογραφιών.
Ευχαριστούμε από τη καρδιά μας όλα τα μέλη του ξεχωριστού Ομίλου << Οι Αιολείς >> που θέλησαν να τιμήσουν τους Θαλασσινούς Μικρασιάτες Πρόσφυγες, γιατί όπως λέει ο Κυριάκος Λυκουρίνος από την Καβάλα:
<< Οι παλιοί ψαράδες, οι παππούδες και οι πατεράδες μας, έχουν σαλπάρει για άλλες θάλασσες. Όμως παραμένουν στις μνήμες μας, ζουν στις καρδιές μας, μέσα από τις διηγήσεις, τα ευτράπελα, τα τραγούδια τους, από τις παροιμιακές φράσεις και τους ιδιωματισμούς της τσεσμελίδικης τρατάρικης γλώσσας μας. Ο αχός του τίμιου μόχθου τους, πλανιέται ακόμη στις θάλασσες, στις ιχθυόσκαλες και στα λιμάνια μας >>.
—Μετά τους διωγμούς του 1914 και του 1922 πολλοί θαλασσινοί Μικρασιάτες με τα καΐκια τους, κατέφυγαν και ρίζωσαν στη Μυτιλήνη όπως και σε πολλά άλλα ψαρολίμανα του Αιγαίου. Η μεγάλη τους πλειοψηφία προερχόταν από την Αγιά-Παρασκευή Τσεσμέ της Ιωνίας, που όπως γράφει ο Θοδωρής Κοντάρας σε σημαντικότατη έκδοση για την Μικρασιατική Ερυθραία : << μετά το 1821 είχε μεταβληθεί σε ακμαιότατο ναυτοχώρι, καθώς ήταν το μόνο χωριό στα Μικρασιατικά παράλια του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου, που είχε συγκροτημένο αλιευτικό στόλο. Η συντριπτική πλειοψηφία των 4.500 κατοίκων του, ασχολιόταν αποκλειστικά με τη Θάλασσα. Τα παλιότερα ιστιοφόρα και σπογγαλιευτικά, αντικαταστάθηκαν πριν το 1900, από αλιευτικά. Οι ψαράδες ήξεραν όλα τα περάσματα και τις καλάδες του Αιγαίου. Με τρατοκάικα, ανεμότρατες και βοηθητικά περάματα-ψαροπούλες, ψάρευαν, πάστωναν και εμπορευόταν χιλιάδες τόνους ψάρια, συναγωνιζόμενοι τους Μαρμαρινούς γεμιτζήδες >>.( Νάσαι καλά Θοδωρή, που αδιάκοπα αναδεικνύεις με μοναδικό τρόπο την Ιστορία και τον Πολιτισμό των Μικρασιατών Προσφύγων).
— Έφταναν με τα κουπιά και τα πανιά μέχρι την Εύβοια, τη Σκιάθο, την Καβάλα, την Αλεξανδρούπολη και βέβαια στα κοντινά τους νησιά Χίο, Σάμο, Λέσβο. Πριν τους διωγμούς ψάρευαν και έμεναν για μήνες στη Μυτιλήνη, έτσι όταν ξεριζώθηκαν από τα μέρη τους, ήρθαν σε γνωστά κατατόπια, με όλα βέβαια τα βάσανα και τους κατατρεγμούς των προσφύγων.
—Μετά τον ερχομό των προσφύγων ψαράδων, το λιμάνι της Μυτιλήνης με τα μέχρι τότε πολλά εμπορικά καΐκια, άλλαξε. Κατέβηκαν και οι Μπουγαζιανοί από το Μαρμαρά με τα γκιργκίρια τους και ξαπλώθηκαν στα ψαρολίμανα του Αιγαίου. Γέμισε ψαράδικα σκάφη το λιμάνι της Μυτιλήνης, που έφεραν ζωηρότατη καθημερινή ζωή και πολλαπλάσια οικονομική κίνηση. Ψαραποθήκες στο Φανάρι και στη Προκυμαία, μαναβάκια- υπαίθριοι πωλητές ψαριών- με γαϊδουράκια, αραμπάδες και καροτσάκια στους μαχαλάδες και στα χωριά, παστουτζίδικα στην Απάνω Σκάλα και στη Παναγιούδα και ο πρώτος μικρός Μπαλουχανάς (Ιχθυαγορά λιανικής ), στα Λαδάδικα. Καρνάγια για επισκευές και παλαμίσματα νότια του Φαναριού και μετά στη Απάνω Σκάλα και στη Σκάλα Λουτρών. Με περαματάκια φορτωμένα λακέρδες μέχρι τα μπούνια, αρμένιζαν με τα πανιά για δυό μερόνυχτα από Κωσταντινούπολη μέχρι Μυτιλήνη, όταν έβγαζε πρίμο αγέρα. Αν μπόδιζαν λόγω καιρού, πετούσαν τα ψάρια και έχαναν τη μιά όλη κι όλη σιρμαγιά τους. Στη Μυτιλήνη δημιουργήθηκαν νέα μηχανουργεία, ξυλουργεία, οικοτεχνίες διχτυών, για επισκευές και εξοπλισμό των ψαροκάικων.
—Κοντά σους Τσεσμελήδες ταίριασαν πρόσφυγες ψαράδες από τις Φώκες, τ’Αϊβαλί, τα Μοσχονήσια και όλα τα καρσινά παράλια. Με την εγκατάσταση των Μικρασιατών προσφύγων, διπλασιάστηκε σχεδόν ο πληθυσμός του νησιού και της πόλης, γέμισαν ψαράδικα προσφυγικά φτωχόσπιτα η Λαγκάδα, το Λαζαρέτο, τα Πυργέλια, το Βουναράκι, η Καλλιθέα,ο Συνοικισμός, η Παναγιούδα, οι Πύργοι Θερμής…
—Μετά το 1930 γίνηκε νέος δημοτικός Μπαλουχανάς με νοικιαζόμενα τεζιάκια ( πάγκους ) , στη πίσω μεριά του παλιού Τελωνείου, την ίδια δε εποχή μπήκαν μηχανές και βίντσια, στις πεζότρατες και στις παλιές διπλές ανεμότρατες . Οι ανεμότρατες έγιναν μηχανότρατες με ένα καΐκι κατά το Ιταλικό σύστημα με τις πόρτες στα σχοινιά των διχτυών. Γέμισε το Λιμάνι καφενεία ψαράδων και απλωμένα δίχτυα για να στεγνώνουν και να μπαλώνονται οι δελφινιές, που τις μάτιζαν με ξύλινες σαΐτες. Οι αραμπάδες και τα λαδοβάρελα που κυλούσαν χεροδύναμοι λιμενεργάτες, μπλέκονταν στα δίχτυα και τα τελάρα των ψαριών, στα κοφίνια καϊκιών που ξεφόρτωναν λογιώ-λογιώ προϊόντα . Στις κυριακάτικες και σχολιανές βόλτες στη Προκυμαία, στα Τσαμάκια, στην Απάνω Σκάλα, προστέθηκαν και οι οικογένειες των θαλασσινών προσφύγων, που συχνά προξένευαν μεταξύ τους και πάντρευαν τα παιδιά τους.
—Συγγενικές οικογένειες ψαράδων αποκτούσαν συνεταιρικά νέα ψαροκάικα , τσουρμαρισμένα με προκομμένα πληρώματα συγγενών και συγχωριανών μικρασιατών που δούλευαν με μερδικά, συχνά δε δυό γκιργκίρια δούλευαν <<κουσέρβα >>, δηλαδή με ίση μοιρασιά της πούλησης. Δημιουργικοί και εφευρετικοί, συνοριζόταν και παράβγαιναν μεταξύ τους, ανοίγοντας νέους δρόμους αλιείας και εμπορίου, τροφοδοτώντας και τον Περαία με μεγάλες ποσότητες ψαριών. Με ψαροκάικα γέμισε και το μικρό λιμάνι του Μολύβου, με λιγότερα δε το Πλωμάρι, η Θερμή, η Σκάλα Πολιχνίτου, η Σκάλα Λουτρών, το Σίγρι, οι Πύργοι Περάματος.
—Δεν είχαν τελειώσει όμως τα βάσανα και οι κατατρεγμοί των ψαράδων, αφού οι γερμανοί κατακτητές με τους πρόθυμους συνεργάτες τους, έκαναν κατάσχεση όλων των αλιευμάτων όπως και του λαδιού, χωρίς να επιτρέπουν στους ψαράδες να πάρουν έστω λίγα για τα σπίτια τους !!! Ο ανώτερος υπάλληλος της Νομαρχίας , που καθημερινά μαζί με γερμανούς φρουρούς, άρπαζε όλα τα ψάρια από το Φανάρι, για την διατροφή της άρειας φυλής και των συνεργατών τους, μετά την απελευθέρωση παραπέμφθηκε να δικαστεί σαν δωσίλογος. Αλλά αλλοίμονο το 1946 απαλλάχτηκε με βούλευμα, έφτασε δε στο σημείο το 1962 να εκδώσει βιβλίο με τίτλο << Φώς εις το Σκότος—Η Αλιεία εν Λέσβω επί Γερμανικής Κατοχής >>, για να συσκοτίσει τα γεγονότα. Οι ψαράδες σκαρφίζονταν χίλιους δυό τρόπους για να σώσουν τις οικογένειές τους από τη πείνα, με λιγοστά καύσιμα από τη μαύρη αγορά για κρυφά ψαρέματα στα παράλια χωριών του νησιού, όπου δεν υπήρχαν γερμανικές φρουρές. Αρκετοί φυλακίστηκαν στη Γκεστάμπο και στη Κομαντατούρ από σπιουνιές ντόπιων συνεργατών, κατηγορούμενοι για αντιγερμανικές ενέργειες και συνεργασία με τα υποβρύχια των συμμάχων. Όπως γράφει δε ο Απόστολος Αποστόλου, θαλασσινοί που έπαιζαν κορώνα -γράμματα τη ζωή τους, περνούσαν με τα καΐκια τους απέναντι τους καταζητούμενους και αναλάμβαναν επικίνδυνες αποστολές των Συμμάχων και της Λεσβιακής Εαμικής Αντίστασης . Τσεσμελήδες ψαράδες, βοήθησαν τον πατριώτη Λιμενάρχη Ηλία Καζάκο τρείς μέρες πριν σκλαβωθεί το Νησί, να φουντάρει τα όπλα του Λιμεναρχείου τρία μίλια έξω από το λιμάνι της Μυτιλήνης, ξημερώματα Πρωτομαγιάς του 1941, για να μην πέσουν στα χέρια των κατακτητών.
— Στην απελευθέρωση τον Σεπτέμβρη του 1944 Τσεσμελήδες ψαράδες όρισε Λιμενάρχη και Υπολιμενάρχη, η προσωρινή Εαμική Διοίκηση.
Πριν τον πόλεμο του 1940 οι Μικρασιάτες ψαράδες της Μυτιλήνης είχαν δημιουργήσει τον Αλιευτικό Συνεταιρισμό << Ποσειδών >>, στον οποίο μετά το πόλεμο το Υπουργείο Γεωργίας παραχώρησε μια μεγάλη σιδερένια μηχανότρατα τη << Σειρήνα >>. Με συνεργατικό πνεύμα και καλή συνεννόηση, ο Συνεταιρισμός δυνάμωνε και άνοιγε νέους δρόμους, μέχρι που το 1950 τα εκλεγμένα μέλη εξαναγκάστηκαν από την ασφάλεια σε παραίτηση με απειλή άμεσης εκτόπισης στον Άη-Στράτη! Ο συνεταιρισμός φαλίρισε, οπότε και το Υπουργείο Γεωργίας πήρε πίσω το << Σειρήνα >> και το έδωσε στον Συνεταιρισμό Βόλου.
–Είχε χτιστεί και Δημοτική Αγορά δίπλα στο ΙΚΑ στην Απάνω Σκάλα, πάνω βέβαια στα αρχαία της Ρωμαϊκής Αγοράς. Πήγαν οι ψαράδες και νοίκιασαν πάγκους, αλλά δεν πήγαινε ο κόσμος να ψωνίσει και γρήγορα ερήμωσε. Άνοιξε η συζήτηση για Ιχθυόσκαλα, που οι μεν ψαράδες την ήθελαν στο Φανάρι, ο δε Δήμος στην Απάνω Σκάλα, όπου λόγω αρχαιοτήτων και βορειανατολικών ανέμων, δεν έγινε ποτέ.
— Πάνδημη γινόταν κάθε χρόνο στις 30 Σεπτέμβρη στη προκυμαία Μυτιλήνης, η τελετή με τον αγιασμό για να βγούν οι μηχανότρατες στο ψάρεμα. Πανηγύρι τα καλοκαιρινά απογεύματα, όταν έφευγαν όλα μαζί τα γκιργκίρια με την σαντάλα και τις πέντε βάρκες του το καθένα, αντιλαλούσε το λιμάνι παραγγέλματα των καπεταναίων …αμόλα, βίρα, κράτει, σία, μάινα…
–Οι Μικρασιάτες ψαράδες θεωρούσαν ότι στα αψάρευτα από το 1922 τούρκικα νερά, είχαν μερδικά… Έτσι μια και γνώριζαν τους ψαρότοπους , συχνά ψάρευαν πέρα από τη μεσαρία, με αποτέλεσμα να τους κυνηγούν και να τους πιάνουν οι τούρκικες καταδιώξεις. Μέχρι το 1957 φυλακίζονταν οι ψαράδες δυό μήνες για << λαθραλιεία >> και τα καΐκια επιστέφονταν στους ιδιοκτήτες, αλλά με νόμο του 1958 η παράβαση χαρακτηρίστηκε << λαθρεμπόριο >> με οκταετή φυλάκιση των ψαράδων και κατάσχεση των καϊκιών.
–To 1960 υπήρχαν στη Λέσβο 50 μηχανότρατες και γρί-γρί, με 800 αλιεργάτες. Το 1975 έμειναν 14 μηχανότρατες και γρί-γρί , με 150 αλιεργάτες ! Κύριες αιτίες η συνεχής ένταση στα Ελληνοτουρκικά , παράλληλα με τις αλματώδεις αυξήσεις στα καύσιμα και στα αλιευτικά εφόδια.
—Στα μέσα της δεκαετίας του 1980, ξεκίνησε και το επιδοτούμενο από την ΕΟΚ κόψιμο των σκαφών , που βέβαια δεν είχε περιβαλλοντικούς στόχους, αφού περιλάμβανε όλα τα σκάφη Μέσης και Παράκτιας αλιείας, είτε ψάρευαν ψάρια βυθού, είτε αφρόψαρα.
— Πέρασαν τα χρόνια και οι Θαλασσινοί Μικρασιάτες Πρόσφυγες, σάλπαραν ένας-ένας μαζί με τα καΐκια από το…λιμάνι της Μυτιλήνης , αρμενίζοντας αργά-αργά κατά τον ορίζοντα της Ανατολής…













