8η Νοέμβρη 1912 – 8η Νοέμβρη 2018

Η επέτειος της απελευθέρωσης της Μυτιλήνης

με μια στάση στο 1945 μέσα από τον Τύπο της εποχής αυτής

Επιμέλεια:Γιώργος Γαλέτσας

«…Τριάντα δυο χρόνια είνε μια ζωή. Πολλά παιδικά χαμόγελα έχουν μεταβληθεί σε χειμερινές κατήφειες. Τα ρόδα πολλών ονείρων ξεφύλλησαν ύστερα απ’ τη συνεχή ανανέωση των ελπίδων που έπεσαν ηρωικά στη μάχη του χρόνου. Πολλοί κύκλοι ζωής κλείσανε και δημιουργήθηκαν νέοι. Ο καιρός χάλασε μορφές και έπλασε νοοτροπίες και ρεύματα.  Και έμεινε στο έντυπο. Σεμνό, χαρωπό, γιορταστικό. Γιομάτο απ’ τον παληό μιας εποχής που έσβυσε. Απ’ την ψυχή ενός κόσμου που γέλασε και δάκρυσε. Που έζησε το νόημα της λευτεριάς σ’ όλη την έκταση και την ουσία της.  Κάθε γραμμή είναι  και ένα μονοπάτι απ’ όπου η φαντασία περνάει και ζει στο παρελθόν. Βλέπεις και συγκρίνεις. Το έντυπο σε διδάσκει κιόλας…» (σ. σ. απόσπασμα από άρθρο του «Σ.» , που αναδημοσιεύουμε στο αφιέρωμα τούτο)

Θεωρώντας ότι είναι «καλό» σε ιστορικά γεγονότα με  βάθος χρόνου, που ξεπερνούν πια τον αιώνα, πρέπει αυτά ν΄ αναβαπτίζονται, να ξαναγανώνονται απομακρύνοντας την οξείδωση  της λήθης. Στην κατεύθυνση αυτή αναδημοσιεύουμε το αφιέρωμα της «Ελεύθερη Λέσβος», για την επέτειο της 8ης Νοέμβρη 1945. Επιλέξαμε το έντυπο αυτό για δυο λόγους. [1]

Ο πρώτος έχει να κάνει αφ’ ενός μεν με την  απόσταση των 33 – μόνο – χρόνων του αφιερώματος και του ιστορικού γεγονότος της απελευθέρωσης, μιας χρονικής απόστασης ικανής να μετουσιώσει την πραγματικότητα σε μύθο και αφετέρου η χρονική συγκυρία που δημοσιεύεται  το αφιέρωμα, αφού η χώρα μας, τόπος μας μόλις έχει βγει πληγωμένος και ματωμένος από τον 2ο παγκόσμιο πόλεμο και βρίσκεται ήδη στο προθάλαμο ενός εμφύλιου σπαραγμού με τραυματικές εμπειρίες που θα σημαδέψουν την πατρίδα μας, το τόπο μας για δεκαετίες ολόκληρες.

Ο 2ος λόγος είναι η πληρότητα της ύλης του αφιερώματος αφού ακόμα την εποχή αυτή  στην εφημερίδα «Ελεύθερη Λέσβος» συνεργάζονται όλοι οι μεγάλοι βάρδοι της λεσβιακής διανόησης με αποτέλεσμα το επετειακό αυτό φύλλο να  περιλαμβάνει εκτός από το κύριο  άρθρο «“ΧΑΙΡΕ, Ω ΧΑΙΡΕ, ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ!!” ,δυο κείμενα, «Οι Έλληνες στον απελευθερωτικό αγώνα» του «Ιστορικός»?, «Οι Ιεροί Λόχοι των Ελλήνων της Αμερικής» του Ε. ΜΑΚΡΗΣ,  με ιστορικές αναφορές στον Ιερό Λόχο των Ελλήνων της Αμερικής και την Λεσβιακή Φάλαγγα  που αποτελούνταν από ξενιτεμένους  Έλληνες της Αμερικής που επέστρεψαν στην πατρίδα!! με σκοπό να συμμετάσχουν στον αγώνα για την  απελευθέρωση  των υπόλοιπων ελληνικών εδαφών, το χρονικό απελευθέρωσης της πόλεως Μυτιλήνης με τίτλο «8η Νοεμβρη 1912», χρονογράφημα με τίτλο “ΖΥΓΟΝ ΤΥΡΑΝΝΩΝ” του Παπαχαραλάμπους Κ. ως «Κ. Μάκιστος» όπου περιγράφει  σκηνές της απελευθέρωσης  από το χωρίο του την Αγ. Παρασκευή, ένα άρθρο με τίτλο «Το έντυπο» του «Σ.»?, και τέλος σατιρικό στίχο, σε αγιασώτικη ντοπιολαλιά, από τον Στρατή Αναστασέλλη ως «Βλουτίνα Γιαπρακάδινα», με τίτλο “Πασήμαδ Σκόλι”.

Ξεκινάμε την αναδημοσίευση από το κύριο άρθρο του επετειακού αυτού αφιερώματος:

[1] Η «Ελεύθερη Λέσβος»είναι η πρώτη εφημερίδα που κυκλοφορεί μετά την απελευθέρωση ως όργανο της Νομαρχιακής Επιτροπής του Ε.Α..Μ. Λέσβου, στις 11 Σεπτεμβρίου 1944, με αρ. φύλλου 6 αφού στην Κατοχή είχε εκδώσει παράνομα 5 φύλλα πολυγραφημένα. Έκλεισε, μετά από πολύμηνη καταδικαστική απόφαση, στις 18 Μαρτίου 1947 έχοντας εκδώσει 466 φύλλα. Η κυκλοφορία «ανά διήμερο, μονόφυλλη με 2 σελίδες.

ΧΑΙΡΕ, Ω ΧΑΙΡΕ, ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ!!”

Εκείνο το γλυκοχάραμα! Έσβηνε την ατέλειωτη νύχτα. Ξημέρωνε την απίστευτη μέρα. Τη μέρα του λυτρωμού.

Πόση χαρά! Πόσες ελπίδες! Πόσα όνειρα! Τετρακόσια χρόνια το περίμενε η Φυλή. Μαύρα χρόνια. Αγέλαστα. Κι άλλον έναν αιώνα εμείς τα νησιά. Έναν αιώνα γεμάτον ανυπομονησία. Μα και πίστη. Αυτή θέρμαινε τις καρδιές.

«Άργιε νάρθει εκείνη η μέρα…»

Κ’ είταν οι βάρβαροι καχύποπτοι τώρα. Κ’ είτανε σκληροί. Νοιώθανε πως εκεί κάτου, στη χώρα των Παρθενώνων , η Λευτεριά ακονούσε το σπαθί της το τρομερό για το λυτρωμό και των άλλων σκλάβων . Κ’ είταν αδυσώπητοι.

«Κ’ είταν όλα σιωπηλά…»

Ως που ξημέρωσε η 8η Νοέμβρη του 1912. Και γελάσανε τα βουνά κι αγάλιασαν οι κάμποι, και γαλήνεψαν οι γιαλοί, και τρελλαθήκανε οι άνθρωποι και τα πουλιά, κι έλαμψεν όλη η Κτίση πάνω στο τρισόλβιο νησί.

Πόση χαρά! Πόσες ελπίδες! Πόσα όνειρα! Τι δεν είπε στις καρδιές μας εκείνο το γλυκοχάραμα! Σ’ ένα λαό που κοιμήθηκε σκλάβος από βραδίς  και ξύπνησε ελεύθερος! Δεν τον έσκιαζε η φοβέρα. Δεν τον πλάκωνε η σκλαβιά. Ζούσε όνειρα πεντακοσίων χρόνων. Και γεμάτος ευγνωμοσύνη άρπαξε το τουφέκι κι ακολούθησε τα’ αδέρφια του τους ελευθερωτές στα Θρακιώτικα ντερβένια, για να φέρουν μαζύ τη χαρά της Λευτεριάς και στ’ άλλα αδέρφια και σ’ άλλους σκλάβους.

Έφταξεν ως την Πόλη των Εθνικών ονείρων  και πέρα, πολύ μακρυά, ως τα βάθη της ανατολής, παντού όπου κτυπούσαν ελληνικές καρδιές.

Πόσες φορές δεν εστεφάνωσε τα όπλα του η Δόξα! Ελεύθερος με τους ελεύθερους , γεναίος με τους γεναίους έχυνε, τραγουδώντας , το αίμα του για την πατρίδα, και χαιρότανε για τις νίκες… Έδινε και δε ζητούσε. Τίποτα δε ζητούσε για τον εαυτό του. Ούτε θέσεις, ούτε τιμές ούτε αξιώματα. Πάντα πρόθυμος σε θυσίες. Ποτέ παραπονιάρης. Είτανε ελεύθερος. Κι αυτό του έφτανε. Νόμιζε ότι τ’ άλλα θάρτουνε μονάχα τους. Η λευτεριά θα φέρει την προκοπή . Δε γίνεται… Τραγουδούσε, σαν τζιτζίκι, τη λευτεριά του και δεν κατάλαβε πως συνέβη, να βρεθεί και πάλι κάτω από ζαπτιέδες (σημ. συντ. όργανα αστυνόμευσης –χωροφύλακες στα Τουρκικά ) και κάτω από ταλξινταρήδες. Και να μείνει φτωχός και κατατρεγμένος! Λέφτερος σκλάβος!.

Η 4η Αυγούστου τον ξύπνησε… Τέσσερα χρόνια κάτου απ’ τους δικούς του τους Αγαρηνούς. Τέσσερα χρόνια!

«Κ’ είταν όλα σιωπηλά…»

Τότες φωτίστηκεν ο νους του. Είδε! Και, με την ψυχή στο στόμα, σήκωσε τη γροθιά του ενάντια στους κατακτητές του. Δικούς του και ξένους. Και βροντοφώναξε τη θέλησή του να γενεί πραγματικά ελεύθερος.

Κ’ έγινε!

Αλλά τα μαύρα κοράκια καροαδοκούσανε. Οι αϊτονύχηδες χυμήξανε απάνω του. Κ’ είνε όλα πάλι σιωπηλά…

Τριάντα δυο χρόνια ο Λεσβιακός λαός γιορτάζει τη σημερινή μεγάλη επέτειο . Και τιμά την μνήμη των ηρωικών παιδιών του Ελληνικού Λαού, που τόνε γλυτώσανε απ’ τον ξένον τύραννο. Μα φέτος ο δημοκρατικός λαός – μέσα και έξω από τις φυλακές – μαζί με τους ήρωες του 1912 θυμάται με ευλάβεια και ευγνωμοσύνη , και τους ήρωες της Εθνικής Αντίστασης. Και υπόσχεται να ολοκληρώσει το έργο τους. Ναι. Το τίμιο αίμα των ελευθερωτών δεν θα πάει χαμένο. Θα συνεχίσει τον αγώνα τους ως το καινούργιο γλυκοχάραμα που θα πυργώσει τη Λεφτεριά του, μαζί με την Λαϊκή Δημοκρατία,  για να μπορούν οι γενεές των γενεών – σα σήμερα – να τραγουδούν χαρούμενες κι ευτυχισμένες το ΧΑΙΡΕ, Ω ΧΑΙΡΕ, ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ! »

ΣΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ

Το έντυπο

Το  μεγάλο χαρμόσυνο ιστορικό γεγονός φέρνεται αναλλοίωτο μεσ’ απ’ το βάθος των χρόνων, σ’ ένα συμπαθές κιτρινωπό έντυπο. Μια ελληνική σημαία στα δεξιά της πρώτης σελίδας σε προετοιμάζει για κάτι πανηγυρικό. Ένα έντυπο του 1912 έχει  ασφαλώς αξία. Μια εφημερίδα όμως της μέρας που συντελέστηκε ένα γεγονός ιστορικής σημασίας είναι η κιβωτός στιγμών, ωρών και σκηνών που έχουν μετουσιωθεί κάτω απ’ το αδιάκοπο σφυροκόπημα του καιρού, σε προσφιλείς αναμνήσεις.

Τριάντα τρία χρόνια είνε μια ζωή. Πολλά παιδικά χαμόγελα έχουν μεταβληθεί σε χειμερινές κατήφειες. Τα ρόδα πολλών ονείρων ξεφύλλησαν ύστερα απ’ τη συνεχή ανανέωση των ελπίδων που έπεσαν ηρωικά στη μάχη του χρόνου. Πολλοί κύκλοι ζωής κλείσανε και δημιουργήθηκαν νέοι. Ο καιρός χάλασε μορφές και έπλασε νοοτροπίες και ρεύματα.  Και έμεινε στο έντυπο. Σεμνό, χαρωπό, γιορταστικό. Γιομάτο απ’ τον παληό μιας εποχής που έσβυσε. Απ’ την ψυχή ενός κόσμου που γέλασε και δάκρυσε. Που έζησε το νόημα της λευτεριάς σ’ όλη την έκταση και την ουσία της.

Κάθε γραμμή είναι και ένα μονοπάτι απ’ όπου η φαντασία περνάει και ζει στο παρελθόν. Βλέπεις και συγκρίνεις. Το έντυπο σε διδάσκει κιόλας.

Κάπου διαβάζεις:

“Εστερημένος οιουδήποτε φρονίμου συμβούλου ο συρφετός εκείνος ελεηλάτησε τα γραφεία, κατέσχε τα ευρεθέντα όπλα, διέρρηξε τας κλειστάς θύρας, ανέτρεψε τράπεζας, διεσκόρπισε έγγραφα και εν γένει προέβη εις οιονδήποτε βανδαλισμόν , στρέψας την προς τους Τούρκους εκδίκησίν του εναντίον των άψυχων αντικειμένων».

Κι αλλού:

«Καταγγέλουσιν εις ημάς ότι μερικοί αρτοπώλαι, καφεπώλαι , ζυθοπώλαι και εν γένει πωληταί εδωδίμων πωλούσι εις τους ναύτας μας και τους στρατιώτες μας τα είδη των εις διπλασίας τιμάς περίπου». Το νησί μας στον 20ο αιώνα είδε δυο απελευθερώσεις. Στην δεύτερη(σημ. συντ. απελευθέρωση από Γερμανούς) δεν υπάρχει «συρφετός» . Υπάρχει ένας κόσμος πειθαρχημένος που χαίρεται για τη λευτεριά του. Ένας κόσμος που εκτιμά την ηγεσία του. Η μανία της λεηλασίας φυσικά αναβίωσε και η κερδοσκοπική τάση ανδρώθηκε προκλητικά και πήρε έκταση. Αλλά αυτά έγιναν από εκείνους που έφεραν πίσω τη νύχτα…

ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΣΤΙΓΜΕΣ ΤΟΥ ΝΗΣΙΟΥ

8 ΤΟΥ ΝΟΕΜΒΡΗ 1912

«Η είδηση ότι θαρχότανε καράβια του Ελληνικού στόλου για να λευτερώσουν το νησί απ’ το ζυγό του τούρκου δυνάστη, διαδόθηκε στις 10π.μ ώρα της 7ης Νοέμβρη. Πλήθη κόσμου τρέξανε στην ακτή αγναντεύοντας το πέλαγος. Τα ελληνικά πλοία φάνηκαν πρ ος τον κάβο της «Αγριλιάς» στις 5 1/2  το πρωί. Πρώτος τα είδε ο νυχτοφύλακας Κ. Γονιδέλλης. Η είδηση διαδόθηκε αστραπιαία στο πλήθος που ανυπομονούσε.  Εν τω μεταξύ στο Λιμεναρχείο είχε έρθει επείγον τηλεγράφημα αναφέροντας το γεγονός του κατάπλου του Ελληνικού στόλου.

Με την ανατολή του ηλίου , σε γραμμή στρατηγικής παράταξης κατέπλευσαν στα λεσβιακά νερά τα θωρηκτά «Αβέρωφ», «Ύδρα», «Σπέτσες», «Ψαρά»,  τα αντιτορπιλικά «Ιέραξ», «Νέα Γενεά», «Ασπίς», «Θύελλα», «Νίκη» και «Βέλος», το ναρκαλοβόλο «Κανάρης» και τα μεταγωγικά «Μακεδονία», «Πέλωψ» , «Αλέξανδρος Καλλουτάς» και «Ισμήνη».

Η φαμφάρ του «Αβέρωφ» έπαιζε το εμβατήριο «Μάυρ’  είν’ η νύχτα στα βουνά». Πλήθος κόσμου κατάκλεισε την προκυμαία.

Ο Ναύαρχος Κουντουριώτης με ατμάκατο της ναυαρχίδας ειδοποίησε ότι έπρεπε να τον υποδεχτούν , ο Νομάρχης, ο Διοικητής, ο Μητροπολίτης, ο αρχηγός στρατού, ο Δήμαρχος και οι προύχοντες. Στον Ναύαρχο παρουσιάστηκαν ο Διοικητής , ο Μητροπολίτης,  και ο Δήμαρχος με τον διερμηνέα Νεστωρίδη. Ο Κουντουριώτης ζήτησε την άμεση παράδοση του νησιού  και του τουρκικού στρατού. Ο Διοικητής ζήτησε δίωρη προθεσμία για συνεννοηθεί με τον Νομάρχη.  Ο Νομάρχης παρεκάλεσε να δοθεί 24ωρη προθεσμία για να ζητήσει από την κυβέρνηση του την άδεια να περαιωθεί ο τουρκικός στρατός στη Σμύρνη και ν’ αποφευχθεί έτσι η αιματοχυσία.

Ο Κουντουριώτης απέρριψε την αίτηση και δήλωσε στο Νομάρχη ότι έχει εντολή να καταλάβει αμέσως το νησί. Δόθηκε μονάχα προθεσμία δύο ωρών για την περισυλλογή των τούρκων στρατιωτών.

Τα πρώτα αγήματα της απελευθέρωσης αποβιβάστηκαν στην «πετρόσκαλα» . Στην εμφάνιση της Ελληνικής σημαίας ο έξαλλος λαός την υποδέχτηκε με ζητωκραυγές χειροκροτήματα και άλλες συγκινητικές εκδηλώσεις.

Τα τηλεβόλα των πολεμικών έριξαν 101 πυροβολισμούς. Συγχρόνως στην προκυμαία  επιβιβαζότανε αγήματα απ’ τα τρία σημεία. Λίγο υστερότερα η σημαία κυμάτιζε στο Διοικητήριο. Η κατάληψη του Διοικητηρίου έγινε απ’ τον στρατιωτικό και πολιτικό διοικητή Μυτιλήνης Κ. Μελά στον οποίο παρέδωσαν την αρχή οι τέως Νομάρχης και διοικητής Εκρέμ και Εράμ  βέηδες. Και οι δυο τους διαμαρτυρήθηκαν τυπικά. Ταυτόχρονα και άλλα δημόσια καταστήματα κατελήφθησαν απ’ τα αγήματα. Στο Δημαρχείο πάνω στην τούρκικη επιγραφή τοποθετήθηκε λευκή ταινία με τις λέξεις «ελληνικόν δημαρχείον Μυτιλήνης».

Τη στιγμή που ο στρατός Διέσχιζε τους δρόμους της ελεύθερης πόλης ομάδες έξαλλων πολιτών ορμούσαν στις φυλακές και στο οίκημα του δικαστηρίου. Τα γραφεία λεηλατήθηκαν . Έγγραφα και άλλα αντικείμενα διασκορπίστηκαν. Όταν οι έλληνες αξιωματικοί έφτασαν για να εμποδίσουν τα έκτροπα οι επιδρομείς είχαν εξαφανιστεί μαζύ με τα σουβενίρ της ιστορικής μέρας.

Στις 10 το πρωί πιάστηκαν οι Τούρκοι διοικητές στο Κιόσκι.  Ένας πολίτης με περίστροφο τους επιτέθηκε . Αλλά συγκρατήθηκε στο απ’ το πλήθος.

Ύστερα απ’ τον πρώτο ενθουσιασμό ο λαός ξέσπασε στο τούρκικο φέσι. Οι φεσοφόροι πρόκριτοι Βοστάνης, Γρηγορίου, Χριστοδουλίδης, Μουτάφης, Φούσκας, ο Δήμαρχος κ.α πέταξαν τα φέσια και φορέσανε ρεμπούπλικες.

Οι πρόξενοι των δυνάμεων Ν. Βαρτζίλης, Ε. Λουκάς, Απ. Σημαντήρης, Φ. Άτκινσον, Α.Π. Βασιλείου, Γ. Καψιμάλης και Δ. Βλάχος  ύστερα από ολιγόωρη σύσκεψη στην τράπεζα της Ανατολής συνέταξαν και έστειλαν στις προξενικές αρχές της Σμύρνης το παρακάτω τηλεγράφημα.

« Ελληνικός στόλος ηγκυροβόλησε ταύτην την πρωίαν . Ναύαρχος εζήτησε παράδωσιν νήσου άνευ όρων θέσας προθεσμίαν δίωρον . Γενομένης συσκέψεως μεταξύ των τοπικών, θρησκευτικών και προξενικών αρχών  απεφασίσθη να ζητηθεί 24ωρη προθεσμία. Επετεύχθη 1 ½  ώρας δια την κατάληψιν της νήσου. Ο Νομάρχης υπεσχέθη αποχώρησιν του στρατού εις το εσωτερικόν άνευ αντιστάσεως. Λαός ησυχάζει.»

ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ

“ΖΥΓΟΝ ΤΥΡΑΝΝΩΝ”

Πεζοδρόμος ήρτε απ’ τη χώρα κ’ έφερε το μεγάλο μαντάτο στο χωριό : -Έλληνες στη Μυτιλήνη! Λεφτερωθήκαμε!

Ο Σχολάρχης ο Μακρής , είτανε – πούτανε νεβρικός, με την είδηση έγινε σαν ξεβιδωμένος από πατριωτικό οίστρο. Έδεσε στο μπαλκόνι της παλιάς Λέσχης ένα κοντάρι, κρέμασε την Ελληνικιά Σημαία κ’ είπε να χτυπήσουν την καμπάνα, να μαζεφτεί ο κόσμος, να τους βγάλει λόγο. Ξαφνικά φωνές ακούστηκαν:

– Κουκλέλια έρχονται! Τα κουκλέλια! Τα κουκλέλια!

Κουκλέλια είταν αστυνομικά Τούρκικα αποσπάσματα . Την είχανε στο άχτι την Αγιά Παρασκεβή, γιατί μαζί με το λαθρεμπόριο του καπνού ήτανε και το κοτραμπάτο με τα όπλα. Για το λόγο αφτό είχανε σκοτώσει μέσα στο καφενέ το Στέλιο της Χήρας την πιο προηγούμενη χρονιά.

Έτρεξε ο Βασίλης ο μηχανικός πούτανε το «στοιχειό» της Λέσχης , γιατί δεν απομακρυνόταν από κεί, κ΄ έβγαλε το κοντάρι και τη Σημαία. Την έβαλαν μέσα σ’ ένα σακί για να την κρύψουνε στο ταβάνι. Κι’ ο σχολάρχης έκλαιγε και μοιρολογούσε:

– Άτυχη, γαλανόλεφκη! Μέσα στην ζαχαροσακκούλα σ’ ήθελα γω; Μέσα στη ζαχαροσακκούλα;

Τα Κουκλέλια γυρέψανε τους Προεστούς του χωριού. Μα κανένας τους δε βρέθηκε. Άλλοι είχανε φύγει απ’ τα μονοπάτια στη χώρα κι άλλοι είτανε κρυμμένοι στα καταχώνια. Ένας μάλιστα μπήκε σ΄ ένα αδιανό κιούπι , σα λαδοπόντικας. Πήρανε λοιπόν τα Κουκλέλια μαζί τους τον Παπά που βρήκανε.

Ο Παπαχαράλαμπος , σαν ανέβαινε τον «Άι-Λια έλεγε με το νού»: Τούτοι θα με βάλουνε στα βάσανα, μόνο ας μουντάρω πάνω σ΄ ένα τους να με σκοτώσουνε κ’ έτσι να μη τυραγνιστώ». Ο Τσαούσης όμως ο Τούρκος έτυχε νάναι απ’ τα Λεσβιακά τουρκοχώρια και τον ήξερε τον Παπά. Σταματήσανε και τούπε:

–Άντε Παπά, είσαι φαμελίτης και σε λυπάμαι. Άντε τράβα στο σπίτι και να πεις στους χωριανούς σου να κάτσουνε φρόνιμα , γιατί θα κάψουμε με γκάζι το χωριό.

Γύρισε ο Παπαχαράλαμπος στη φαμίλια του. Ήρταν ύστερα πάλι απ’ τη χώρα κρυφά πεζοδρόμοι και φέραν φημερίδες. Τη «Λέσβο» και τη «Σάλπιγξ». Είτανε πανηγυρικές . Σημαίες τυπωμένες, τραγούδια κι άρθρα με καθαρεβουσιάνικα μπουμπουνητά. Διάβαζε παράνομα ο κόσμος κ’ έκλαιγε.

Σαν πέρασε μήνας, λεφτερώθηκε η Μακεδονία, περίσσεψε στρατός κ’ ήρτε και στο νησί. Ήρτε κ’ η Λεσβιακή φάλαγγα απ’ τα ξενητεμένα παιδιά της Λέσβου, πούτρεξαν θελοντές. Χτυπήσανε τους Τούρκους στον Κλαπάδο και λεφτερώθηκε όλο το νησί.

Κείνο το βράδι ο Παπαχαράλαμπος είπε στη παπαδιά του και του γέμισε και δεύτερη φορά κρασί το μεγάλο μαστραπά. Τα παπαδοπαίδια, καμιά δεκαριά κορίτσια και αγόρια , ζητήσανε να τους πει το ελληνικό τραγούδι του Λεωτσάκου:

Ω λιγερόν και κοπτερόν σπαθί μου

Και συ τουφέκι φλογερόν πουλί μου

Εσείς τον Τούρκον σφάξατε

Τον Τύραννον σπαράξατε

Ν’ αναστηθεί η Πατρίς μου.

Οι κόρες παρακολουθούσανε τι θα κάνει πάλι ο Παναγιώτης. Κείνος , ένας δεκατετραχρονίτικος παίδαρος , σαν έφταξε ο Παπάς του στον «Τύραννον σπαράξετε» , με τόνα χέρι σκούπιζε τα μάτια του και με τάλλο σφιγμένο σε γροθιά φοβέριζε τις αδελφές του που γελούσανε με τα καμώματά του.

Σαν περάσανε τέσσερα χρόνια ξέσπασε ο Μεγάλος Πόλεμος. Και μια μέρα χάθηκε ο Παναγιώτης αφήνοντας ένα γράμμα στο μεγαλύτερο αδελφό του, που τούγραφε έτσι:

«Αδελφέ Κωνστ/τίνε,

Εγώ φεύγω στο πόλεμο γιατί δεν δύναμαι να βλέπω τους αδελφούς μας Έλληνας εις τον ζυγόν των Τυράννων…» Πήγε στη Μεραρχία των Σερρών στο Μακεδονικό μέτωπο και πια δεν ξαναγύρισε. Και τότε στο σπίτι όλοι κλαίγανε το νεκρό αδερφό. Και πάλι κλαίγανε κι όλο θυμότανε τον άγουρο παίδο τους, που ποτέ του δεν μπορούσε να κάτσει φρόνιμα, σαν άκουγε να μιλάνε για «ζυγόν Τυράννων».

Κ. ΜΑΚΙΣΤΟΣ[1]

[1] «Κ. Μάκιστος» είναι ένα από τα ψευδώνυμα του Κώστα Παπαχαραλάμπους (1895-1984) δασκάλου από την Αγία Παρασκευή . Η προσφορά του είναι σημαντική στην «Λεσβιακή Άνοιξη» του μεσοπολέμου. Στην διάρκεια της Εθνικής Αντίστασης είναι ηγετικό στέλεχος του ΕΑΜ που για «πληρωμή» θα εισπράξη από τις μεταδεκεμβριανές κυβερνήσεις διώξεις, φυλακίσεις και στο τέλος υποχρεωτική παραίτηση από την Α’ βάθμια εκπαίδευση. Στο κείμενο αυτό περιγράφονται «οικογενειακές σκηνές» αφού ο Παπαχαράλαμπος είναι ο πατέρας του και Παναγιώτης ο μικρότερος αδελφός του…»

Ιστορικά σημειώματα

ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΤΟΝ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΤΙΚΟ ΑΓΩΝΑ

Αρχικά για την απελευθέρωση του νησιού χρησιμοποιήθηκαν το ανεξάρτητο Τάγμα Μανουσάκη και κατοπινά σ’ ενίσχυσή του απόσπασμα Πεζοναυτών. Ο Τουρκικός στρατός όμως εξακολουθούσε να κατέχει το Βορεινό τμήμα του νησιού κι αυτό έγινε αφορμή να σταλούν κι άλλα τμήματα και ανώτερος αξιωματικός διοικητής μαζύ με επιτελείο ικανό να φέρει σε πέρας την επιχείρηση της Μυτιλήνης.

Συνολικά η δύναμη του Τουρκικού στρατού περνούσε τις 2.000 άνδρες ενώ η ελληνική δύναμη αποτελέστηκε 1) από το Τάγμα Μανουσάκη, 2) από το αποβατικό απόσπασμα Ναυτικού(Αιγαίου) 3) από τον Λόχο Λεσβίων (δύναμη 210 άνδρες) 4)από το λόχο του 7ου Συν/τος 5) από το 2ο Τάγμα του 19ου Συν/τος (δύναμη 106) 6) από το απόσπασμα πεζοναυτών (Θες/νίκης), 7) 10 ορειβατικά κανόνια.

Συνολική δύναμη 3175 άνδρες και αξιωματικοί. Ανώτερος Στρατιωτικός Διοικητής  είχε ορισθεί ο Συν/χης Συρμανέζης και επιτελάρχης ο τότε λοχαγός Βερνάρδος.

Έτσι οι επιχειρήσεις που άρχισαν στις 8 του Νοέμβρη , τελειώσανε με τη μάχη του Κλαπάδου στις 10 του Δεκέμβρη, οπότε και με πρωτόκολλο που υπογράφτηκε στο χωριό Κλαπάδο παραδόθηκε αιχμάλωτος ο Τούρκικος στρατός του νησιού.

Την πολιτική διοίκηση πήρε ο τότε πρόξενος της Σμύρνης Στελλάκης.

Στο σημείωμά μας όμως αυτό θα πούμε ειδικά για την συμμετοχή των Λεσβίων .

Πριν από την έναρξη του πολέμου, Λεσβίοι νησιώτες και Μικρασιάτες είχαν αποφασίσει ύστερα από την τροπή που έπαιρνε η Ιταλική επέμβαση στο Αιγαίο , να ξεσηκώσουν τα νησιά ενάντια στον Τούρκο καταχτητή.

Η πρώτη λοιπόν ενέργεια ήταν να σχηματισθούν στην Αμερική Ιεροί Λόχοι με πρωτοστάτες τους Λεσβίους της Αμερικής που πραγματικά σχηματίστηκαν κι έφυγαν για την Ελλάδα πριν την κήρυξη του Ελληνοτουρκικού πολέμου.  Το πρώτο τμήμα που έφτασε στην Ελλάδα πριν αρχίσει ο πόλεμος , γυμνάστηκε και κατανεμήθηκε στα συντάγματα Αθηνών, και βγήκε αμέσως στο στρατό εκστρατείας. Ας σημειωθεί πως οι άνδρες ήρθαν με τον οπλισμό τους, τα χρήματα δε που έφεραν μαζύ των δόθηκαν στο δημόσιο ταμείο για τις ανάγκες του πολέμου.

‘Όταν όμως κηρύχτηκε ο πόλεμος και το νησί ήταν ακόμα υπόδουλο, στην Νέα Υόρκη σχηματιζότανε άλλος λόχος με την ονομασία Λεσβιακή Φάλαγγα «Ελευθερία» ο λόχος που πήρε μέρος στις επιχειρήσεις της Νήσου. Η δύναμή του ήταν 210 άνδρες και μόνο οι υπαξιωματικοί  και ο Διοικητής  δόθηκαν από τον ταχτικό στρατό.

Στις 24 του Οχτώβρη (νέα ημερομηνία, 11 παληά) αποφασιζότανε στη Νέα Υόρκη η σύσταση της εθελοντικής φάλαγγας και σε λίγες μέρες 16 του Νοέμβρη (νέα ημερομηνία) ήταν έτοιμη και αναχωρούσε από την Ν. Υόρκη  για την Ελλάδα.

Το ιδανικό της Φάλαγγας ήταν να πάρει μέρος στην απελευθέρωση του νησιού, αλλά στις Αζόρες στις 22 Νοεμβρίου μαθεύτηκε από τον ασύρματο του καραβιού η κατάληψη της Μυτιλήνης από το στόλο και το τάγμα Μανουσάκη. Στις 29 Νοέμβρη ήταν η φάλαγγα στη Πάτρα και στις 30 στας Αθήνας.

Στην Αθήνα άρχισε η εντατική εκπαίδευση και ο λόχος με τον Διοικητή του τον Περικλή Δρίτσα υπολοχαγό τότε πήρε μέρος στις μάχες του Κλαπάδου και αργότερα έμεινε για λίγο  ως φρουρά του νησιού ώσπου ξεκαθαρίστηκε η κατάσταση στο Αιγαίο. Μετά στάλθηκαν στο στρατό Μακεδονίας.

Ο Ιστορικός

Οι ξενητεμένοι έλληνες για την Λευτεριά 

ΟΙ ΙΕΡΟΙ ΛΟΧΟΙ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΤΗΣ ΑΜΕΡΙΚΗΣ

Στην Αμερική από το 1910 είχαν σχηματισθεί Ελληνικοί λόχοι που πήραν την επωνυμία «Ιεροί λόχοι» με σκοπό να κατέβουν να πολεμήσουν για την ολοκλήρωση της Ελληνικής λευτεριάς. Τέτοιοι λόχοι είχαν σχηματισθεί στην Νέα Υόρκη , Βοστώνη , Μασαχουσέτη, Σικάγο κ.α  στους οποίους υπήρχαν πολλοί Μυτιληνιοί, Σαμιώτες, Χιώτες και Λημνιοί.

Τον Ιούλιο του 1912 οι Ιεροί Λόχοι της Μασαχουσέτης αποφάσισαν να κατέβουν στην Ελλάδα στην Ελλάδα για ν’ αρχίσουν την δράση αφού πρώτα πετύχουν την επανάσταση των Ελλήνων που βρίσκονται κάτω από τον Τουρκικό ζυγό , και εξασφαλίσουν την συνδρομή της ελεύθερης πατρίδας. Μαζεύτηκαν χρήματα και έγιναν οι σχετικές προετοιμασίες. Διοικητής των λόχων ήταν ο Αριστείδης Τσάμης από τις Σέρρες ανθ/γος πυροβολικού και υποδιοικητής ο Βελισάριος Γ. απ’ την Πελοπόννησο. Γραμματέας ήταν ο Στρατής Χατζημιχάλης από τον Μανδαμάδο που τώρα είναι αξιωματικός του Αμερικανικού  στρατού. Το Διοικητικού Συμβούλιο το αποτελούσαν Μανταμαδιώτες ,Καλλονιάτες, Σκαλοχωρίτες κ.α

Οι Ιεροί Λόχοι της Αμερικής μετά την κήρυξη του πολέμου απ’ το Μαυροβούνιο ενάντια της Τουρκίας ξεκίνησαν με σκοπό να ελευθερώσουν τα νησιά του Αιγαίου. Στην Πορτογαλία πληροφορήθηκαν ότι η Ελλάδα κήρυξε τον πόλεμο επίσημα εναντίον της Τουρκίας. Με το πλοίο «Μανόλιας» έφτασαν στην Πάτρα όπου έγινε θερμότατη υποδοχή. Η άφιξη των ξενιτεμένων ελλήνων  που κατέβαιναν να πολεμήσουν για τη λευτεριά και της υπόλοιπης πατρίδας έγινε η αφετηρία μιας πανελληνίας έγερσης.

Στην Αθήνα έγινε στους ξενιτεμένους Έλληνες η ίδια θερμή υποδοχή στην οποία πήρε μέρος και ο ίδιος ο Βενιζέλος. Στους Ιερούς Λόχους  δηλώθηκε ότι μες στο πρόγραμμα των επιχειρήσεων του ελληνικού στρατού ήταν και η απελευθέρωση των νησιών του Αιγαίου.  Ύστερα από αυτό οι Έλληνες της Αμερικής κατέθεσαν τα χρηματικά ποσά που έφερναν στην ελληνική κυβέρνηση και δήλωσαν ότι θα πολεμήσουν εκεί όπου είχε ανάγκη η Πατρίδα.  Στους Ιερούς Λόχους μπήκανε εθελοντικά και πολλοί αξιωματικοί της σχολής Ευελπίδων  που ανάμεσά τους ήταν και ο στρατηγός Μπακιρτζής.

Απ΄ τους άνδρες του Ιερού Λόχου που πολέμησαν με γενναιότητα σ’ όλα τα ελληνικά μέτωπα έζησαν ελάχιστοι, οι περισσότεροι πότισαν με το αίμα τους τις σκλαβωμένες πόλεις και τα χωριά που απελευθέρωσαν.

Ύστερα απ’ τους Ιερούς Λόχους σχηματίσθηκε αποκλειστικά από Λεσβίους η Λεσβιακή φάλαγγα που πολέμησε για τη λευτεριά του νησιού μας. Πολλοί απ΄ τους άνδρες της πότισαν με το αίμα τους την λεσβιακή γη.

Ε. ΜΑΚΡΗΣ

Ο Σατιρικός στίχος

Πασήμαδ Σκόλι

Τι μιγάλι πανι γή μέρα

π’λιφτιρόστσι η Μυτιλήνι!

Έφγι π’ έδγιου γή φουρτούνα

Τσι βασίλιψι γαλήνι.

Ταξιάρχις πήτσι του θάμαντ

Τότις, εγι τσείνι ντ ιπουχή

Ταξιάρχις ήνταν τση Τόμπουλ*

Πούρτ’ α πής άλλι κατουχή

Γι’ ένας βάςτα πουλυβόλα

Γι άλους εχι τσφουτγιάς σπαθί

Τσι φουνάζ «Πας του νησί μας

Τύρανους έ θα ςταθεί.»

Μεις εδγιου είμαστι μουνόλουγι

Λέφτιρ θα μας φά η γή

Κάλια να μας φάν τα βόλια

Πήρι να μας βζάν’ κουργοί.

Έδγιετς σήμιρα γιουρτάζιν

Γερ, γρηγιές, παλικάρια, νηες

Στα τιςτέλια λαχανίδις

Τσι ςτα μέγαρα μυρσνιές.

Βλουτίνα Γιαπρακάδινα

*Τόμπουλ: Ταξίαρχος και Διοικητής του Βρετανικού στόλου στο Αιγαίο με άμεση εμπλοκή στα γεγονότα των Χριστουγέννων  του 44.