10 ΣΕΠΤΕΜΒΡΗ 1944. ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ ΑΠΟ ΤΟΝ ΝΑΖΙΣΤΙΚΟ ΖΥΓΟ.

Σαν ΦΙΛΟΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΜΝΗΜΗΣ και ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ, προγραμματίζαμε να διοργανώσουμε στην φετινή επέτειο, εκδήλωση στο κέντρο της Μυτιλήνης, με θέμα την σημαντική συμβολή της Εαμικής Αντίστασης της Λέσβου, στον Συμμαχικό Αντιφασιστικό Αγώνα. Δυστυχώς οι αναγκαίοι περιορισμοί λόγω της επιδημίας και τα δραματικά γεγονότα που συμβαίνουν στο νησί μας τις τελευταίες μέρες, δεν μας το επιτρέπουν.

Για να τιμήσουμε τα 76 αυτά χρόνια μνήμης, σαν μια μικρή απάντηση σε όσους θέλουν να παραχαράξουν την Ιστορία, δημοσιεύουμε μαρτυρίες καταγεγραμμένες από τον καλό φίλο Γιώργο Σκοπελίτη, για τον Ασύρματο που λειτουργούσε στο Ακρωτήρι (προάστιο της Μυτιλήνης), με ευθύνη της Οργάνωσης του ΕΑΜ-ΛΕΣΒΟΥ. Ο Γιώργος Σκοπελίτης γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Βαρειά Μυτιλήνης, δείχνοντας από έφηβος το ενδιαφέρον του για τα κοινωνικά προβλήματα και την Ιστορία του τόπου μας. Κατέγραψε μαρτυρίες του παππού του Γιώργη Σκοπελίτη (αξιωματικού επ’ ανδραγαθία στον Αλβανικό Μέτωπο, που μετά την γερμανική επέλαση γύρισε στο Νησί και εντάχθηκε στο ΕΑΜ και στον ΕΛΑΣ), του φίλου του πατέρα του Τάκη Καρίνου (που έκρυβε τον ασύρματο στο σπίτι του) και του Νίκου Γιακουμή Εαμίτη της περιοχής. Δεν αναφέρει όλα τα ονόματα που περιλαμβανόταν στις Μαρτυρίες γιατί όπως γράφει… «Ο βασικός λόγος που δεν έδωσαν τη συγκατάθεσή τους για την αναφορά του ονόματός τους, ήταν το ότι εγώ άρχισα να τα σκαλίζω όλα αυτά το 1975, μόλις ένα χρόνο μετά την ανατροπή της Χούντας όταν τα πνεύματα ήταν ακόμα ταραγμένα και το φακέλωμα ήταν στην ημερήσια διάταξη. Δεν ήθελαν πολλοί τότε που δεν ήταν Κομμουνιστές ούτε καν Αριστεροί να γίνει γνωστό ότι συμμετείχαν στο ΕΑΜ και κύρια στον ΕΛΑΣ γιατί είχαν παιδιά και εγγόνια που το δικό τους φακέλωμα θα έβλαπτε την όποια πρόσληψή τους στο Δημόσιο και τα Σώματα Ασφάλειας. Δύσκολες εποχές που έκανε τους ανθρώπους πολύ προσεκτικούς και επιφυλακτικούς». Στις μαρτυρίες υπάρχουν κάποιες διαφορετικές πληροφορίες σε σχέση με όσα καταγράφονται στα βιβλία του ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ και των ΚΕΜΕΡΛΗ-ΠΟΛΥΧΡΟΝΙΑΔΗ, όπως είναι αναμενόμενο για μια περίοδο που οι Αντιστασιακοί τηρούσαν κανόνες περιφρούρησης και συνωμοτισμού. Άς διαβάσουμε όσα κατέγραψε ο Γιώργος Σκοπελίτης…

«Ο ΑΣΥΡΜΑΤΟΣ. Ο ανεφοδιασμός σε καύσιμα του Afrikakorps (Εκστρατευτικό σώμα Αφρικής) του Στρατηγού Rommel(1941-1943) γινόταν από τις πετρελαιοπηγές των Καρπαθίων. Βασιζόταν λοιπόν σε νηοπομπές που ξεκινούσαν από τα λιμάνια της Ρουμανίας στην Μαύρη Θάλασσα και μέσω των στενών του Ελλησπόντου έβγαιναν στο Αιγαίο πέλαγος. Εκεί άρχιζαν και οι κίνδυνοι για τις νηοπομπές γιατί τα υποβρύχια των Συμμάχων ήταν παντού στην Ανατολική Μεσόγειο. Για να αποφύγουν λοιπόν τα υποβρύχια, οι νηοπομπές ταξίδευαν μόνο νύχτα ενώ την ημέρα παρέμεναν σε ασφαλή αγκυροβόλια. Το πρώτο ήταν ο όρμος της Μυτιλήνης μπροστά στο λιμάνι.

Στον χάρτη εδώ με την ανάλυση για τις προσπάθειες του άξονα να ανεφοδιάσει την Ιταλία και το Afrikakorps φαίνεται και αναφέρεται η Λέσβος και ο λόγος ήταν αυτός.

(https://warfarehistorynetwork.com/2018/12/29/north-africa-the-war-of-logistics/)

Οι Σύμμαχοι κατάλαβαν γρήγορα πως έπρεπε να έχουν πρόσβαση σε πληροφορίες σε ότι αφορά τις νηοπομπές γι αυτό το Στρατηγείο της Μέσης Ανατολής σε συνεννόηση με το ΕΑΜ/ΕΛΑΣ έστειλαν στο νησί έναν ασύρματο και εκπαίδευσαν έναν Εαμίτη ασυρματιστή τον Λευτέρη Παπαθεοδώρου που για το σκοπό αυτό στάλθηκε στη Σμύρνη από τη μυστική βάση της Σαρακίνας.

Ο ΕΛΑΣ θα αναλάμβανε τον επιχειρησιακό τομέα (ασφάλεια, περιφρούρηση, ανάκτηση πληροφοριών) και η ΕΑΜική οργάνωση τον υποστηρικτικό τομέα (γιάφκα, μεταφορά πληροφοριών στον ασυρματιστή)

Αποφασίστηκε λοιπόν να εγκαταστήσουν τον ασύρματο κοντά στην Χώρα αλλά και σε ψηλό μέρος έτσι ώστε να υπάρχει καλό σήμα με την εσωτερική κεραία που χρησιμοποιούσαν. Τον εγκατέστησαν λοιπόν στη σοφίτα του σπιτιού του μεγάλου πατριώτη και υπέροχου ανθρώπου Τάκη Καρίνου στο Ακρωτήρι. Ναι ήταν ο Τάκης που πουλούσε κοτόπουλα και μέλι στο στενό του Καραγιάννη στην Κουμιδιά.

Η αποστολή του ΕΛΑΣ ήταν κρίσιμη γιατί προδότες και δοσίλογοι υπήρχαν πάντα και παντού. Έπρεπε λοιπόν να κρατηθεί άκρα συνωμοτική πειθαρχία ώστε κανείς από το χωριό αλλά και η καημένη η μάνα του η κυρά-Κλεοπάτρα να καταλάβουν τι γίνεται. Κανείς και για κανέναν λόγο δεν ανέβαινε στο σοφίτα παρά μόνον ο Τάκης.

Υπεύθυνος της περιφρούρησης και της ασφάλειας του ασυρμάτου ήταν ο παππούς μου, Γιώργος Σκοπελίτης, έφεδρος λοχαγός του Ελληνικού Στρατού και αξιωματικός του ΕΛΑΣ

Πώς γινόταν η απόκτηση και διακίνηση των πληροφοριών:

Ένας Ελασίτης Αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού παρατηρούσε και κατέγραφε από το λόφο της λέσχης Αξιωματικών (το Κάστρο είχε φρουρά) τα δεδομένα της νηοπομπής που ήταν αγκυροβολημένη στον όρμο της Μυτιλήνης. Αριθμό και μέγεθος πλοίων των εμπορικών πλοίων καθώς και τον αριθμό, τύπο και τα χαρακτηριστικά των πλοίων συνοδείας.

Στη συνέχεια στο μαγειρειό του Παναγιώτη Μυρίκου (συζύγου της μεγάλης αδερφής της μάνας μου) στο Πγαδέλ’, έπαιρνε τις πληροφορίες γραμμένες σε μικρά χαρτάκια, ο υπέροχος ράφτης και πατριώτης Νίκος Γιακουμής που λόγω της δουλειάς του ανεβοκατέβαινε στη Χώρα. Βλέπετε δεν έπρεπε να τραβά την προσοχή ούτε γι αυτό. Τα χαρτάκια ήταν πάντα μέσα σ’ ένα σακούλι με φακές. Το σακούλι πηγαινοερχόταν γιατί δεν ήταν για κατανάλωση αλλά η κρυψώνα. Επειδή έπρεπε ούτως ή άλλως να περάσει ο Νίκος από τον Φόρο που ήταν φυλάκιο/μπλόκο των Γερμανών, αν τύχαινε και τον έλεγχαν για το περιεχόμενο του σακουλιού, στην επιστροφή έπρεπε να βάλουν άλλα όσπρια. Μεγάλο πρόβλημα για εκείνη την περίοδο, αλλά ποτέ δεν έλειψαν. Ο Νίκος άφηνε το σακούλι στον τοίχο του Κούμπα (έβγαζε μια πέτρα και το έχωνε μέσα) και εκεί το έβρισκε την άλλη μέρα που κατέβαινε στη δουλειά. Επειδή η συνωμοτικότητα ήταν απόλυτη, ποτέ δεν έμαθε ποιος το έπαιρνε από εκεί και το έδινε στον Καρίνο. Όταν ζούσε ο Καρίνος, δεν είχα μάθει ακόμη για τη γιάφκα (τότε το μυαλό μου ήταν στο παιγνίδι και την σκανταλιά) κι έτσι δεν τον ρώτησα.

Υπήρξαν πολλές λεπτομέρειες που έπρεπε να αντιμετωπιστούν. Για παράδειγμα, ο ασύρματος λειτουργούσε με μπαταρίες. Ρεύμα δεν υπήρχε, το είχαν κόψει οι Γερμανοί οπότε έπρεπε να τις κατεβάσουν στη Χώρα για φόρτιση. Πώς όμως να περάσεις μπαταρίες από τα μπλόκα ? Εδώ ήταν που έμπαινε το συναίσθημα του καθήκοντος πάνω από τη λογική. Σαν υπεύθυνος της ασφάλειας ο παππούς μου, έβαζε τις μπαταρίες στον πάτο ενός κοφινιού, έβαζε από πάνω λαχανίδες και τα φόρτωνε στον πατέρα μου, 13-14 χρονών παιδί τότε, και έτσι περνούσαν από το Φόρο. Ποιος Γερμανός να ψυλλιαστεί πως ένα 13χρονο τους πέρναγε μπαταρίες κάτω από τη μύτη. Ήταν λέει ο παππούς μου από πίσω με το περίστροφο για να τον φυλάξει. Τι να φυλάξεις κατακαημένε μπάρμπα-Γιώργη. Έτυχε και δεν τους έκατσε η στραβή για όσο δούλευε ο ασύρματος στο Ακρωτήρι. Ευτυχώς. Μου έλεγε ο συχωρεμένος ο πατέρας μου πως χυνόταν τα υγρά των μπαταριών στην πλάτη του και τον καίγανε αλλά που να πει κουβέντα.

Οι ακριβείς πληροφορίες που έπαιρναν οι Σύμμαχοι από την ομάδα του ασυρμάτου τους επέτρεψε να βυθίζουν πολλά από τα πλοία των νηοπομπών και να αφήνουν Ιταλούς και Γερμανούς χωρίς προμήθειες. Βλέπετε, επειδή δεν μπορούσαν να ξανοιχτούν και να περάσουν κατ’ ευθείαν από το Αιγαίο στο Λιβυκό και από εκεί στις ακτές της Λιβύης, πήγαιναν κοντά στις ακτές της Πελοποννήσου, ανέβαιναν το Ιόνιο και από εκεί στα λιμάνια της Απουλίας (κύρια στο Taranto) και της Σικελίας και από εκεί στην Τυνησία. Είχαν δηλαδή το χρόνο οι Σύμμαχοι να καταστρώσουν τα σχέδιά τους και να διαλέξουν τον τόπο και τον χρόνο που θα χτυπούσαν.

Οι Γερμανοί γρήγορα κατάλαβαν ότι κάποιοι τους κατασκοπεύουν και δίνουν πληροφορίες και μετά από έρευνες κατάλαβαν πως αυτό γινόταν από τη Μυτιλήνη. Έβγαλαν λοιπόν ραδιογωνιόμετρα στο δρόμο και προσπαθούσαν κατά τις σύντομες εκπομπές του ασυρμάτου να βρουν που είναι. Εντόπισαν τη Βαρειά και όλο κόντευαν. Μου είπε ο συγχωρεμένος ο παππούς μου σε μια από τις σπάνιες φορές που μίλησε γι αυτά – δεν ήθελε να μιλάει για το τι κάνανε στην Κατοχή – ότι είχανε βάλει έναν Γερμανό με γύψο στο πόδι και μπαστούνι ενώ είχε επιδέσμους στο κεφάλι για να κρύβουν τα ακουστικά του ραδιογωνιόμετρου. Τους παίρνανε βλέπεις χαμπάρι όταν το αυτοκίνητο κόντευε και σταματούσαν την εκπομπή με ένα σύστημα που ήταν απλό αλλά λειτουργούσε. Κάθε 100 μέτρα ήταν κρυμμένος ένας της περιφρούρησης και μόλις δινόταν το σήμα ξεκίναγε απ’ το στενό ένας άλλος της περιφρούρησης μ’ ένα γάιδαρο κι έβριζε το γάιδαρο και ανέβαινε. Τον ακούγανε από του Καρίνου και κόβανε την εκπομπή.

Ο συνειδητός αγωνιστής ο ασυρματιστής, μου λέγανε πως ήταν κίτρινος σαν το λεμόνι γιατί είχε να τον δει μήνες ο ήλιος. Το βράδυ έβαινε ο φουκαράς όταν κοιμόταν η κυρά-Πάτρα για να κάνει ένα τσιγάρο.

Είχαν εντοπίσει όμως την περιοχή και είχαν σκυλιάσει. Ειδικά όταν στις οι Σύμμαχοι χτύπησαν ένα μεγάλο δεξαμενόπλοιο το Pozarica και το ανάγκασαν τα εξοκείλει στην Κέρκυρα, άρχισαν να κάνουν σαν δαιμονισμένοι.

Το πλάνο έκτακτης ανάγκης ήταν να κατεβάσουν ασυρματιστή και ασύρματο στο πηγάδι. Όταν άρχισαν και έμπαιναν στα σπίτια της περιοχής, τον κατέβασαν στο πηγάδι και έμεινε εκεί για μέρες. Τρεις αν θυμάμαι καλά. Αφού τα έκαναν άνω-κάτω οι Γερμανοί σε όλο το Ακρωτήρι και δεν βρήκαν αυτό που ζητούσαν τα παράτησαν δήθεν και έστησαν παγίδα για να τους πιάσουν όταν θα ξαναέκαναν εκπομπή. Τότε πάρθηκε η απόφαση να φύγει ο ασύρματος από εκεί για να πάει στη Γέρα.-Σύμφωνα με μαρτυρία από τον φίλο Παναγιώτη Στεργίου από το Καγιάνι, μετέφεραν τον ασύρματο στο μπαχτσέ που βρίσκεται δίπλα στο εκκλησάκι της Παναγίας του ποταμού στο Μλέλ’.

Σύμφωνα με τη μαρτυρία της Χαρίκλειας Χριστιανού, την μεταφορά στη Γέρα ανέλαβε ο παππούς της Στρατής Βερβέρης, γυρολόγος του βουνού, που με τη γνωστή μέθοδο κάλυψης (μέσα σε καλαθούνα που από πάνω έβαζαν σαλάτες και χόρτα) κατάφερε να τον περάσει από τα μπλόκα των Γερμανών.-Αυτά που έγραψα μου τα διηγήθηκαν οι πρωταγωνιστές που ανέφερα. Ξέρω κι άλλα ονόματα, αλλά ούτε έχω πάρει ποτέ την άδειά τους να τα αναφέρω ούτε να πω για τη δράση τους. Ούτως ή άλλως θα έχουν (επώνυμα ή ανώνυμα) όλοι τους την αιώνια ευγνωμοσύνη μας γιατί δεν λογάριασαν τη ζωή τους και σε μερικές περιπτώσεις και των οικογενειών τους και αντιστάθηκαν στον κατακτητή.

Ο διχασμός που ακολούθησε και ο εμφύλιος πόλεμος οδήγησε «όσοι αξίζαν για κρεμάλα, στα ψηλά και στα μεγάλα κι οι λεβέντες και οι άντρες, μ’ αίμα βάψανε τις μάντρες» όπως πολύ όμορφα έγραψε η μεγάλη μου αγάπη ο δικός μας εξ υιοθεσίας Μολυβιάτης Λευτέρης Παπαδόπουλος».

Το σπίτι του Τάκη Καρίνου στο Ακρωτήρι, όπου έκρυβαν τον Ασύρματο.
Η κ. Κατερίνα, σύζυγος του (θανόντος) Τάκη Καρίνου, μάς ξεναγεί στα ερείπια του σπιτιού όπου λειτουργούσε ο Ασύρματος.
Ο Γιώργος Σκοπελίτης που κατέγραψε τις μαρτυρίες.
Επίσκεψη Φίλων Ιστορικής Μνήμης σε ότι απέμεινε από το σπίτι όπου λειτουργούσε ο Ασύρματος.