Πολλοί μικροκτηματίες φτωχοαγρότες της περιοχής της Καλλονής αιφνιδιάστηκαν από την πείνα του 1941. Έτσι, αναγκάστηκαν να δώσουν (να εκχωρήσουν) την εκμετάλλευση αυτών των χωραφιών τους στα αφεντικά της περιοχής για λίγες οκάδες στάρι ή και χαρτονομίσματα, που τα εξανέμιζε ο πληθωρισμός πριν τα νιώσουν στα χέρια τους.

Η αλλοτρίωση, το πούλημα της χρήσης των μικροχωραφιών τους σε κείνους που είχαν τα μέσα και τη δυνατότητα να κάνουν παραγωγική επιχείρηση τη δυστυχία τους πρόβαλε σαν έσχατη ανάγκη. Καμιά διαπραγματευτική δυνατότητα στη συναλλαγή. Όσα ψίχουλα πρόσφερε ο μεγαλογαιοκτήμονας και αδίστακτος επιχειρηματίας της περιοχής γίνονταν δεκτά.

Έτσι, ψευτοδιακόνεψαν την πείνα στην πρώτη περίοδο της «συναλλαγής». Όμως στη μετέπειτα εποχή, καθώς συνεχίζονταν ο πόλεμος και η Κατοχή, οι στερήσεις και η πείνα έπαιρναν διαστάσεις.

Το καλοκαίρι του 1944 αυτοί οι πεινασμένοι φτωχοαγρότες έβλεπαν να ωριμάζει στα χωράφια τους το σιτάρι που δεν θα γινότανε ψωμί του σπιτιού τους. Κι ένιωθαν πως δεν είχαν το δικαίωμα να συνεχίσουν και να συνεργούν στην πείνα, το σκελέτωμα και το μαρασμό των παιδιών τους.

Οι μεγαλογαιοκτήμονες αρκετά είχαν καρπωθεί στα δυο τρία χρόνια της «αθέμιτης» μίσθωσης. Τους πλησίασαν μερικοί για κάποιο συμβιβασμό. Τους πρότειναν να μοιράσουν την παραγωγή. Όμως στάθηκαν ανένδοτοι, αμετακίνητοι…

Οι φτωχοί αγρότες μπήκαν στα μικροχώραφά τους και άρχισαν να θερίζουν! Τα πρώτα επεισόδια σημειώθηκαν στο Κεράμι. Τα «κρούσματα» άρχισαν να επεκτείνονται και στ’ άλλα χωριά του λεκανοπεδίου της Καλλονής. Οι αγροφύλακες δεν μπόρεσαν να επέμβουν και τότε η χωροφυλακή ανέλαβε να επιβάλει την τάξη. Οι αγρότες αντιστάθηκαν με τα δρεπάνια τους και ο τότε Διοικητής Χωροφυλακής μοίραρχος Αναστ. Χατζηαναστασίου πυροβόλησε στα πόδια και τραυμάτισε τον Θεόδωρο Πετραδέλη. Όμως οι αγρότες δεν υποχώρησαν.

Για να επιβληθεί το «κράτος του νόμου» στάλθηκε στην Καλλονή ολόκληρη η δύναμη του Τμήματος Ασφάλειας Μυτιλήνης με το μοίραρχο Γεωργόπουλο.  Γνωστή η μέθοδος των αστυνομικών αρχών σε τέτοιες περιπτώσεις. Τρομοκράτηση του λαού, συλλήψεις πολιτών και ανακρίσεις για να διαπιστωθεί από πού υποκινούνται οι αγρότες, με σκοπό να ενοχοποιηθεί το ΕΑΜ κλπ.

Εκπρόσωποι της Τοπικής οργάνωσης του ΕΑΜ συναντήθηκαν με το Γεωργόπουλο και του ζήτησαν να πάρει τους άνδρες του και να επιστρέψει στη Μυτιλήνη. Η απάντησή του ήταν αρνητική.

Μετά από λίγες μέρες πραγματοποιήθηκε συγκέντρωση του ΕΑΜ στη θέση «Σκεπαστό» έξω από την Καλλονή, με τη συμμετοχή των περισσότερων χωριών του λεκανοπεδίου, και αποφασίστηκε να γίνει μαζική διαδήλωση στην Καλλονή με αιτήματα την επιστροφή των χωραφιών στους αγρότες, την εξασφάλιση ψωμιού, συσσιτίου και προπολεμικού μεροκάματου, το μοίρασμα των ανταλλάξιμων και μοναστηριακών αγροκτημάτων στους ακτήμονες κλπ.

Ήταν μεσημέρι της 20ής Ιουνίου 1944, όταν ο κόσμος κατέβηκε στην Καλλονή και πήγε στα γραφεία που είχε καταλύσει η δύναμη του Τμήματος Ασφάλειας. Αντί να ακούσουν τα αιτήματα των διαδηλωτών οι «παλικαράδες» του Γεωργόπουλου άνοιξαν πυρ εναντίον τους από τα επάνω παράθυρα του κτιρίου. Ο κόσμος οπισθοχώρησε για να αποφευχθεί η αιματοχυσία. Είχαν βγει κι άλλοι χωροφύλακες από την εκκλησία του Αι Γιάννη, ακριβώς απέναντι από το σχολείο. Ταμπουρώθηκαν στον Αστυνομικό Σταθμό και έβαλαν στη μέση τους διαδηλωτές.

Τραυματίστηκε βαριά ο Γιάννης Γιαννάκης Νεοκλέους ή Νταβέλης, Πέθανε σε δυο μέρες στο Νοσοκομείο Μυτιλήνης. Κάπως σοβαρά τραυματίστηκαν στα πόδια ο Αντ. Γιαννίκαρος απ’ την Καλλονή, ο Κυριάκος Μιχαήλαρος, που κουτσάθηκε, και ο Αντ. Ζαχαρής απ’ την Αγία Παρασκευή, επίσης στο πόδι. Ακόμα τραυματίστηκε στο κεφάλι ο Χαρ. Χατζηκυριαζής από την Αγία Παρασκευή, που διέφυγε όμως τη σύλληψη. Τον χειρούργησε ο Άλκης Μιχαήλ και τον γιάτρεψε.

Ο «Αντιφασίστας» (παράνομη εφημερίδα της ΕΠΟΝ) της 26-6-1944 έγραφε: «Τα λυσσασμένα σκυλιά… άδειασαν πισώπλατα στους διαδηλωτές την τελευταία τους σφαίρα. Τέσσερα καινούρια τίμια κορμιά κυλίστηκαν καταγής… Κι οι εθνοπροδότες χαφιέδες του Γεωργόπουλου περιμάζεψαν τα σώματά τους, τα φόρτωσαν σ’ ένα αυτοκίνητο και τα κατέβασαν στη Μυτιλήνη, όχι για γιατρειά, μα για να τ’ ανακρίνουν πρώτα οι Γερμανοί. Μιάμιση ώρα βάσταξε η ανάκριση, ενώ το ένα από τα θύματά τους ψυχορραγούσε. Κι έπειτα τα έβαλαν στο γερμανικό νοσοκομείο για θεραπεία. Τα παράδωσαν στη Γκεστάπο του αφεντικού τους…

Ο Γεωργόπουλος, προφανώς για να δικαιολογήσει στους Γερμανούς την ένοπλη επέμβασή του, απέκρυψε τα πραγματικά αίτια του συλλαλητηρίου και το παρουσίασε σα  αντιγερμανική εκδήλωση. Οι κατακτητές τότε, για να τρομοκρατήσουν τον πληθυσμό, έκαναν τρεις επιδρομές. Η πρώτη μέσα στον Ιούλη του 1944 ήταν αναγνωριστική. Μέσα στον Αύγουστο, μαζί με γερμανοντυμένους αλήτες-προδότες, έκαναν έφοδο μεσάνυχτα στην Αρίσβη. Το μεγάλο μπλόκο της Καλλονής έγινε στις 23 Αυγούστου 1944. Οπλισμένοι Γερμανοί, μαζί με γερμανοντυμένους «Έλληνες», μπλοκάρισαν πρωί – πρωί την καλλονή, πυροβολώντας όπου τύχαινε. Ο κόσμος έτρεχε να κρυφτεί. Με το πρόσχημα της δήθεν έρευνας στα σπίτια, λεηλατούσαν χρυσαφικά, κειμήλια, ρούχα, φαγώσιμα κλπ. Απ’ τους πυροβολισμούς σκοτώθηκε ο Νικόλας Λογιώτατος και πιάστηκαν όμηροι οι Σταύρος Βαρζουδάκης, ράφτης, Ράλλης Γκαρνακέλλης, αγρότης, Γιάννης Νέμτσας, Μιχάλης Πετριτζικλής (Κουκουτός), Γιάννης Γελαγώτης, Βασίλης Κλειδαράς, Μιχάλης Νταντούλης, Συμεών Πρασακάκης, Παναγιώτης Κυπραίος, δικηγόρος, και ίσως κι άλλοι, που ύστερα από λίγες μέρες αφέθηκαν ελεύθεροι.

Όμως την ίδια μέρα, 23 Αυγούστου 1944, έγινε επιδρομή και στην Αγία Παρασκευή, όπου σκοτώθηκε από τις σφαίρες των ναζιστών ο Σ. Κολίκας. Η «Ελεύθερη Λέσβος» (Όργανο της Π.Ε. του ΕΑΜ Λέσβου) της 25-8-1944 έγραφε: «ΛΑΕ ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ, ΣΤΟ ΠΟΔΙ! ΕΚΔΙΚΗΣΟΥ! ΟΙ ΦΑΣΙΣΤΕΣ ΜΑΣ ΕΞΟΝΤΩΝΟΥΝ! Οι δήμιοι οπλίστηκαν ως τα δόντια, μπήκαν στις 23 Αυγούστου στ’ αυτοκίνητα κι επιχείρησαν τρομοκρατική φασιστική επιδρομή στα χωριά Αγία Παρασκευή, Αρίσβη, Καλλονή, Δάφια, Κεράμι. Πυροβόλησαν αθώους, ξυλοκόπησαν γριές. Σκότωσαν, τραυμάτισαν νέους, τρομοκράτησαν, λεηλάτησαν, λήστεψαν. Πήραν μαζί τους αθώους για ομήρους. Πήραν τις κότες που κλέψανε και τ’ άλλα προϊόντα της λεηλασίας κι έφυγαν. Σ. Κολίκας από την Αγία Παρασκευή και Ν. Λογιώτατος από την Καλλονή σκοτώθηκαν απ’ τους Γερμανούς στην τρομοκρατική επιδρομή της 23ης Αυγούστου 1944. Λαέ της Λέσβου, τα θύματα ζητούν εκδίκηση. Λαέ της Λέσβου, πρέπει να βρίσκεσαι σε διαρκή συναγερμό. Τ’ αμέτρητα τα παλιά και σημερινά σου θύματα ζητούν ΕΚΔΙΚΗΣΗ. Αντί για δάκρυα σους ήρωες που πέσανε, όρμησε πιο μαχητικός ενάντια στους εχθρούς… Χτύπα τους προδότες. Χτύπα τους φασίστες…»

(Πηγή: Π. Κ. Κεμερλή – Α. Σ. Πολυχρονιάδη «Η Αντίσταση στη Λέσβο. Πηγές και Πτυχές της», Αθήνα 1988, σελ. 287-303.)