Στη Μυτιλήνη η πρώτη λαϊκή μαζική αντίδραση κατά της δικτατορίας. Προσπάθεια δημιουργίας Αντιδικτατορικού Μετώπου

Μυτιλήνη 4 Αυγούστου 1936. Πολύ λίγοι είχαν τότε τη διαίσθηση απειλής για δικτατορία. Κι ένας από αυτούς ήτανε ο γέρο-Μανώλης Βάλλης. Παρά την μεγάλη διαφορά ηλικίας που είχε με τον Π. Κεμερλή ένιωθαν αμοιβαία ευχαρίστηση να κάνουν παρέα, κουβεντιάζοντας πάντα γύρω στις πολιτικές εξελίξεις κι άλλα πολιτικοκοινωνικά θέματα.

Τρεις – τέσσερις μέρες, πριν τη δικτατορία, κουβέντιαζαν γύρω στην κατάσταση. Ο Π. Κ. έχοντας κατά νου τα αισθήματα που έκφραζε ο Λαός για Ελευθερία, Δημοκρατία, κ.λπ. μίλησε με κάποια αισιοδοξία για τις εξελίξεις αυτές.

Και, τότε, ο γέρο-Μανώλης, ο φίλος του, στάθηκε και τον κοίταξε με απορία, λέγοντας: Μακάρι να λαθέψω. Μα εγώ τη δικτατορία την βλέπω στο κατώφλι μας. Την χρειάζεται το κεφάλαιο – ντόπιο και ξένο. Την χρειάζονται ξένα στρατηγικά συμφέροντα. Θα την κάνουν…

Σήμερα (4 Αυγούστου), ο πολύς κόσμος είχε ξαφνιαστεί απ’ τη μαύρη είδηση. Υπήρχαν εκείνοι, οι λίγοι, με τα «αναμμένα τζάκια» και τα μεγάλα στομάχια, που ένιωσαν ανακούφιση – ικανοποίηση. Έλεγαν: «επιτέλους θα ησυχάσουμε από τις διαμαρτυρίες και τις απεργίες. Να στρωθούν στη δουλειά τους οι αχόρταγοι…».

Μα υπήρχαν και οι άλλοι, οι πολλοί. Νέοι άνθρωποι, με ρυτιδιασμένα και ηλιοκαμένα πρόσωπα, ροζιασμένα χέρια και δίχως προκοίλια. Αυτοί, οι δουλευτάδες της πόλης και του χωριού, που ήξεραν πως, άμα τους κοπεί η φωνή απ’ τη δικτατορία, θα λιώνει το κορμί τους στη δουλειά, για να εξασφαλίζεται η πολυτέλεια της ζωής των αφεντικών…

Ακόμα υπήρχαν οι πνευματικοί άνθρωποι. Κι ανάμεσά τους όλοι εκείνοι, που πίστευαν πως, άμα λείψει απ’ τον άνθρωπο, η ελευθερία σκέψης και λόγου, πέφτει σε κατάσταση στατικού πρωτογονισμού.

Μυτιλήνη 6 Αυγούστου. Σ’ αυτό το διήμερο, μέσα στην πόλη, η αγανάκτηση φούντωσε. Από νωρίς ξέσπασε μια εκδήλωση λαού – ίσως μοναδικό φαινόμενο σ’ ολόκληρη την χώρα – προς το χώρο του Δημαρχείου, πάνω στη Προκυμαία (όπου σήμερα το κτίριο της «Τράπεζας Ελλάδος»).

«Κάτω η δικτατορία»… Μυριόστομη κραυγή, βγαλμένη απ’ τα σπλάχνα του πλήθους. Και η Χωροφυλακή με μεγάλες δυνάμεις, αφηνιασμένη, ρίχτηκε ανάμεσα να την διαλύσει. Ο κόσμος αντιστέκεται και καινούργιες ενισχύσεις φτάνουν. Ο αγώνας είναι άνισος.

Μέσα στο λαϊκό εκείνο ξέσπασμα αποδοκιμασίας της δικτατορίας και την αντίσταση που ακολούθησε ξεχωριστή θέση παίρνει η ηρωική μορφή ενός παλικαριού. Του Γιάννη Ματθαίου (Λαπίνα) απ’ το Πληγώνι.

Πάλεψε σαν δράκος. Ο Λαπίνας, μέσα στη παραζάλη της πάλης και της αντίστασης, άρπαγε, σαν αντικείμενο, ένα χωροφύλακα και τον πετούσε πάνω σε άλλον. Αλλά η πάλη ήταν σκληρή και άνιση.  Έγιναν συλλήψεις. Το παλικάρι τους ξέφυγε. Τον καταδίωξε αρκετή δύναμη χωροφυλάκων, και τελικά τον έπιασαν.

Στα κρατητήρια βασάνισαν κτηνώδικα αυτόν τον πρώτο μάρτυρα και ήρωα του αντιδικτατορικού αγώνα στο νησί. Τον πότισαν ρετσινόλαδο. Και, όπως ειπώθηκε από συγγενείς του, αφού τον άφησαν να διψάσει πολύ, του ’δωσαν νερό με καυστική ποτάσα. Ήτανε η χαριστική βολή. Μεταφέρθηκε στο Νοσοκομείο σε κακά χάλια. Αργότερα, αφού ταλαιπωρήθηκε αρκετά, πέθανε. Ήταν το πρώτο θύμα του αγώνα και της αντίστασης κατά της 4/Αυγουστιανής δικτατορίας στη Μυτιλήνη.

Αν άλλοι δεν το σκέφτηκαν, σημειώνουμε εδώ το περιστατικό, για να τιμήσουμε τη μνήμη του παλικαριού.

Τα πολιτικά Κόμματα και Οργανώσεις έπαυσαν να λειτουργούν. Ακολούθησαν συλλήψεις. Πολλοί στάλθηκαν εξορία και άλλοι κρατιόντανε μήνες στα κρατητήρια χωρίς καμιά εξήγηση. Ήταν κι αυτός ένας τρόπος «εθνικής διαπαιδαγώγησης».

Ο τύπος μπήκε κάτω από έλεγχο. Το «Εμπρός» όργανο του ΚΚΕ αμέσως σταμάτησε την έκδοσή του. Επιβλήθηκε λογοκρισία. Υποδείχτηκε, στις εφημερίδες, πως ο Τύπος πρέπει να υπηρετεί και να εγκωμιάζει το καθεστώς.

Η εφημερίδα «Φως» ήτανε στο στοιχείο της· δεν χρειαζότανε παραίνεση. Η εφημερίδα «Δημοκράτης», αλλάζοντας τον τίτλο της, έγινε «Πρωινή» και συνέχισε ομαλά την έκδοσή της, μέσα στο ΝΕΟ κλίμα. Ο «Ταχυδρόμος» του Θείελπη Λευκία, αφού, κάμποσο καιρό, δεν ευθυγραμμίστηκε με το καθεστώς, σταμάτησε την έκδοσή της. Ο ίδιος στάλθηκε εξορία στην Αμοργό, Οκτώβρης 1936.

Τέλος, η εφημερίδα «Αγροτική» αφού πάλεψε επί τρίμηνο με τη λογοκρισία, χωρίς να ευθυγραμμιστεί ή να δεχτεί τη δημοσίευση άρθρου υπέρ της δικτατορίας, παύτηκε με εντολή του τότε Νομάρχη ναύαρχου Λούντρα, με τυπωμένη την ύλη στις μέσα σελίδες, πάνω στο πιεστήριο.

Ο εκδότης και διευθυντής της «Αγροτικής» Παν. Κεμερλής στο διάστημα αυτό (μέσα στον Αύγουστο), είχε συγκροτήσει «Αντιδικτατορικό Μέτωπο» με ηγετική ομάδα 1) τον ίδιο, 2) τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Γεώργ. Τράμπο, 3) το Μιχάλη Γάσπαρη τεχνικό της Ηλεκτρικής Εταιρείας (υπεύθυνο διχτύου), και 4) το λοχαγό Ξεν. Αμανίτη (λίγο αργότερα, ο Ξεν. Αμανίτης αποσύρθηκε από την ομάδα – αλλά δεν αποκάλυψε). Ακόμα ο Π. Κεμερλής αποκατέστησε επαφή με τον τότε παράνομο καθοδηγητή του Κ.Κ.Ε. Τσουρτσούλη για συντο­νισμό της δράσης.

Όμως δεν πρόλαβε να αναπτυχθεί παραπέρα δραστη­ριότητα, με στόχο το Αντιδικτατορικό Μέτωπο, γιατί ο Κεμερλής πιάστηκε, σε ένα άλλο κύκλο συλλήψεων, σαν επικίνδυνος, με άλλους.

Ανάμεσα στους τότε συλληφθέντες ήτανε, ο οδοντο­γιατρός Γιάννης Χατζηδημήτρης, ο Ανδρέας Νούλας οδοντογιατρός από τη Λήμνρ, ο Αριστ. Μούχαλος από τη Λήμνο, Παντελάκης Βλαχόπουλος δικηγόρος, που σε λίγες ημέρες τον άφησαν ελεύθερο σαν υπέργηρο, ο Παναγ. Φουντής, ο ανάπηρος πολέμου Ευαγγελινέλλης από την Αγιάσο και άλλοι. Όλοι τους κρατήθηκαν στα κρατητήρια και στο Β.Ι.Ν. μερικούς μήνες. Αφέθηκαν ελεύθεροι, κατά την επίσκεψη του βασιλιά στη Μυτιλήνη, στις αρχές του 1937 με παροχή βασιλικής αμνηστείας, ύστερα από σχετική κινητοποίηση των μητέρων και συζύγων των κρατούμενων.

Αλλά, όσο περνούσε ο καιρός, η τρομοκρατία γινότανε πιο ωμή. Και όσοι στέκανε με πίστη στα δημοκρατικά τους φρονήματα ήτανε συνεχούμενος στόχος των χαφιέδων κι είχανε συχνές προσκλήσεις από την Ασφάλεια για νουθεσία ή και απειλές.

Πολλές φορές, ο «καλούμενος» όταν πήγαινε μόνος ή συνοδευόμενος, κατά «σύμπτωση» απουσίαζε ο καλών διοικητής και βρισκότανε σε κατάσταση αναμονής,·ούτε κρατούμενος ούτε ελεύθερος να φύγει. Περίμενε εκεί 5-6 ώρες ή κατά περίπτωση και περισσότερο. Έτσι, για… να σπάσουν τα νεύρα.

Οι έρευνες στα σπίτια, από χωροφύλακες, γινότανε οποιαδήποτε ώρα, μέρα ή νύχτα. Αδιάκριτα σκάλιζαν οι χωροφύλακες, ανακατεύοντας τα πιο τακτοποιημένα μπαούλα με προίκες και νοικοκυριά. Αυτό επαναλαμβανότανε κατά διαστήματα.

Ένα άλλο φαινόμενο τρομοκρατίας ήτανε οι ομαδικές παραπομπές στα δικαστήρια, με σκηνοθετημένες κατηγορίες, για ανατροπή του «κοινωνικού καθεστώτος». Υπήρξε περίπτωση παραπομπής στο ακροατήριο ομάδας 8-10 προσώπων, που τα περισσότερα άγνωστα μεταξύ τους, γνωριζότανε, για πρώτη φορά, στο δικαστήριο. Κι ακόμα ένα – δύο έμεναν στην Αθήνα εργαζόμενα.

Το ευτύχημα ήτανε πως υπήρχαν δικαστές που έκριναν κατά συνείδηση και όχι κατ’ εντολή. Αλλά, σε τέτοιες περιπτώσεις, το ξεσκέπασμα της σκηνοθεσίας δεν σταματούσε εκεί την υπόθεση και τις περιπέτειες.

Η Ασφάλεια είχε όλα τα μέσα να εντείνει την τρομοκράτηση. Διέθετε την ασυδοσία για καταπίεση. Είχε απεριόριστα μέσα για εξαγορά συνειδήσεων. Κι ακόμα είχε, στη διάθεσή της, στρατιά χαφιέδων και επαγγελματοποιημένων ψευτομαρτύρων.

Παρ’ όλα αυτά, μέσα στη δικτατορία, γεννιέται και ξεπηδά η «συνείδηση της αντίστασης» κατά της βίας.

Κρατούμενοι στο Βοστάνειο Νοσοκομείο Μυτιλήνης κατά τις ομαδικές συλλήψεις της περιόδου της δικτατορίας Μεταξά από τον Οκτώβρη του 1936 μέχρι τις αρχές ου 1937. Αριστερά ο Ανδρέας Νούλας, οδοντογιατρός από Κάστρο Λήμνου, και δεξιά ο Παναγιώτης Κεμερλής.